Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, η συζήτηση που ξεκίνησε στη Βουλή για τον νέο Προϋπολογισμό δείχνει τόσο βαρετή, μίζερη και αδιάφορη. Την ίδια ώρα, όμως, για πρώτη φορά βρίσκεται και η χώρα εδώ και πολλά χρόνια σε τόσο κρίσιμο σημείο. Μια τεράστια αντίφαση, δηλαδή…
Το κοινοβουλευτικό κλίμα ενδέχεται να «θερμανθεί» τα προσεχή εικοσιτετράωρα, εν όψει της ολοκλήρωσης της διαδικασίας και της ψηφοφορίας το βράδυ της Κυριακής. Αλλά κι αυτό αν συμβεί, θα γίνει με τίποτα καβγάδες, ρητορικά πυροτεχνήματα και πομφόλυγες. Με σόου και εντυπώσεις, δηλαδή, όχι ουσία…
Η εικόνα αυτή είναι απολύτως αντιπροσωπευτική της βαθύτατης παρακμής που διαπερνά το κομματικό σύστημα, αλλά και της πολιτικής μοιρολατρίας που χαρακτηρίζει το σύνολο του δημόσιου βίου εδώ και πολύ καιρό…
Ενώ τα πράγματα βαίνουν από το κακό στο χειρότερο τόσο στα εσωτερικά όσο και στα εξωτερικά μέτωπα, η κυβέρνηση, και ειδικώς ο Κ. Μητσοτάκης, προσποιείται ότι πάνε καλά, με τους αυλικούς από δίπλα να τα βλέπουν κι αυτοί «περίφημα». Κι από την άλλη, η αντιπολίτευση ασχολείται με οτιδήποτε άλλο εκτός από το να αρθρώσει αξιόπιστο εναλλακτικό λόγο…
Το μόνο για το οποίο πασχίζουν οι μεν και οι δε είναι απλώς να «κατοχυρώσουν» τα μερίδιά τους σε μια αγορά που όμως βρίσκεται υπό κατάρρευση, συρρίκνωση και συνεχή ρευστοποίηση. Κραυγάζοντας για την πραμάτεια που δήθεν έχει καθένας, προσπαθούν να αλληλοκλέψουν πελατεία, αλλά αυτό που συμβαίνει είναι ότι ολοένα λιγότεροι, μετά το σουλατσάρισμα έξω από τις βιτρίνες, μπαίνουν μέσα για να ψωνίσουν…
Με όρους κυνισμού (και όχι ρεαλισμού), αυτό το παιχνίδι παίζεται γιατί βολεύονται όλοι τους, εκτός από τους πολίτες, που στη συντριπτική πλειονότητά τους ασφυκτιούν και υποφέρουν για να τα βγάλουν πέρα, αλλά, μη βλέποντας φως στο τούνελ -και μετά τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις των προσδοκιών-, κάθονται στα αβγά τους και περιμένουν κάθε φορά κάποιον νέο «μεσσία».
Την Κυριακή το βράδυ, από το Μέγαρο Μαξίμου θα πανηγυρίζουν ότι ανανεώθηκε η ψήφος εμπιστοσύνης χωρίς διαρροές, οι βουλευτές θα έχουν παραμερίσει για μία ακόμη φορά τη συνείδησή τους περιμένοντας και τον ανασχηματισμό, στα αντίπερα έδρανα θα κάνουν τα δικά τους καλλιστεία για το ποια είναι η «πραγματική» και ποια όχι αντιπολίτευση, θα ονειρεύονται ανατροπές που όμως δεν έρχονται, και όλοι μαζί στο τέλος θα ανταλλάσσουν ευχές, δίνοντας ραντεβού για την επόμενη (θεατρική) παράστασή τους…
Όλα αυτά, που αποτελούν τμήμα ενός διαχρονικού τελετουργικού, δεν θα ήταν άξια ιδιαίτερου σχολιασμού εάν η κατάσταση δεν ήταν τόσο σοβαρή και εάν δεν υπήρχαν οι οιωνοί ότι (μέσα στη διεθνή φουρτούνα) θα χειροτερέψει κι άλλο. Κι η χώρα πορεύεται χωρίς δυνάμεις, χωρίς συνεκτικό αφήγημα και -κυρίως- χωρίς ηγεσία…