Μεταξύ των μισθοφόρων του 10ου και του 11ου αιώνα ξεχωρίζει αναμφίβολα η περίφημη Φρουρά των Βαράγγων. Σύμφωνα με τον μύθο εμφανίστηκαν κάποτε στην Κωνσταντινούπολη άνδρες ρωμαλέοι, σκληροί πολεμιστές με έφεση στους καυγάδες και το ποτό για να υπηρετήσουν «τον μεγάλο αυτοκράτορα του Βυζαντίου».
Η περιοχή προέλευσης τους ήταν η Βόρεια Ευρώπη. Υπάρχουν άφθονα ανέκδοτα και ιστορίες για τα κατορθώματά τους στους μύθους της Ισλανδίας του 12ου και 13ου αιώνα. Σύμφωνα με μια πρόσφατη εκδοχή, επρόκειτο για πολεμιστές που ήταν περιζήτητοι για την ικανότητά τους να «αναλαμβάνουν κάθε είδους υπηρεσία» μεταξύ αυτών και δολοφονίες.
Το όνομά τους, Βαράγγοι, το χρησιμοποιούσαν οι Ρώσοι και μέσω αυτών το υιοθέτησαν οι Βυζαντινοί για να περιγράψουν τους Σκανδιναβούς πολεμιστές.
Η ονομασία τους προέρχεται μάλλον από τη νορβηγική λέξη «Βαρ», που σημαίνει λόγος τιμής και περιγράφει μια ομάδα ανδρών συνδεδεμένη με όρκους και ένα κοινό κώδικα συμπεριφοράς. Το πιθανότερο είναι πως η περιγραφή αυτή προσομοιάζει με Βίκινγκς μισθοφόρους. Οι Βίκινγκς, Σουηδοί, εγκατεστημένοι στη Ρωσία κυρίως, επισκέφθηκαν για πρώτη φορά την Κωνσταντινούπολη το 838, αφού είχαν ιδρύσει τη ρωσική ηγεμονία στο Νόβγκοροντ.
Το 860, μετά από μια αποτυχημένη επίθεση εναντίον της Βασιλεύουσας, ήλθαν σε συμφωνία με τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄, ώστε κάποιοι από αυτούς τους «Ρως”, όπως αποκαλούνταν, να υπηρετήσουν στον βυζαντινό στρατό. Αν και αυτή η συμφωνία δεν τηρήθηκε, παρόμοιες συμφωνίες έγιναν πιθανόν το 911, το 944 και το 971. Το 911, στην αποτυχημένη προσπάθεια των Βυζαντινών για ανακατάληψη της Κρήτης από τους Άραβες, συμμετείχαν και 700 Ρώς ναύτες. Το 955 επίσης, Ρως πολέμησαν εναντίον των Αράβων στη μάχη του Χάνδακα.
Ωστόσο, έως την εποχή του Βασιλείου Β΄του Βουλγαροκτόνου, καμία από αυτές τις ρωσικές μισθοφορικές μονάδες δεν αποτέλεσε μια μόνιμη δύναμη στη διάθεση του βυζαντινού κράτους. Το 988 ο Βασίλειος Β΄ ζήτησε βοήθεια από τον πρίγκιπα του Κιέβου Βλαδίμηρο για να υπερασπισθεί τον θρόνο του από τον στασιαστή γαιοκτήμονα Βάρδα Φωκά. Ο Βλαδίμηρος έστειλε 6.000 Βαράγγους.
Το εκστρατευτικό σώμα αποβιβάσθηκε στη Χρυσούπολη και συνέτριψε τα στρατεύματα των στασιαστών. Κατά τη διάρκεια της μάχης, ο Φωκάς υπέστη εγκεφαλικό στη θέα των τρομερών Βαράγγων. Πέθανε και ο στρατός του τράπηκε σε φυγή. Σύμφωνα με αφηγήσεις της εποχής οι Βαράγγοι «καταδίωκαν τους πολεμιστές του Φωκά και διασκέδαζαν κόβοντάς τους κομματάκια».
Αυτοί οι «εξαίρετοι μαχητές» ορίστηκαν αμέσως ως σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, γιατί, σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ψελλό, ο Βασίλειος «ήξερε τις ύπουλες διαθέσεις των Ρωμαίων (δηλαδή των Βυζαντινών)» τους οποίους δεν μπορούσε να εμπιστευτεί.
Το συμπέρασμα ότι οι Βαράγγοι ήταν πιστοί προκύπτει και από τα γραφόμενα της Άννας Κομνηνής, η οποία ανέφερε ότι «τρέφουν μεγάλη πίστη προς τους αυτοκράτορες και η προστασία τους αποτελεί κάτι σαν οικογενειακή παράδοση για αυτούς, ένα είδος μυστικής συμφωνίας και κληρονομιάς που περνά από γενιά σε γενιά. Αυτή η πίστη παραμένει σταθερή χωρίς ίχνος προδοσίας».
Από τότε και μέχρι τουλάχιστον το 1341 (τελευταία αναφορά σε Βαράγγους) οι σκληροτράχηλοι αυτοί πολεμιστές θα γράψουν τη δική τους ιστορία στα πεδία των μαχών, ως η πλέον επίλεκτη βυζαντινή στρατιωτική μονάδα.
Οι βυζαντινές πηγές αποκαλούν τους Βαράγγους «πελεκυφόρους βαρβάρους» ή «πελεκυφόρους φρουρούς», λόγω του κύριου όπλου τους, του πέλεκυ. Ωστόσο, το ξίφος πρέπει επίσης να ήταν στις προτιμήσεις τους, καθώς αποκαλούνται «αυτοί που κρεμούν το σπαθί τους στον δεξί τους ώμο».
Βαράγγειος Φρουρά – Πως δημιουργήθηκε
Η Βαράγγειος Φρουρά ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ τον Βουλγαροκτόνο το 988 μ.Χ., ως αποτέλεσμα της συμμαχίας του με τον πρίγκιπα Βλαδίμηρο Α’ του Κιέβου.
Το εκστρατευτικό σώμα αποβιβάσθηκε στη Χρυσούπολη και συνέτριψε τα στρατεύματα των στασιαστών. Κατά τη διάρκεια της μάχης, ο Φωκάς υπέστη εγκεφαλικό στη θέα των Βαράγγων πολεμιστών, πέθανε επί τόπου και ο στρατός του τράπηκε σε φυγή. Σύμφωνα με αφηγήσεις της εποχής ήταν απίστευτη η αγριότητα των Βαράγγων, οι οποίοι καταδίωκαν τους πολεμιστές του Φωκά και διασκέδαζαν κόβοντάς τους κομματάκια.
Εντυπωσιασμένος από την αγριότητα με την οποία οι Βίκινγκς πολέμησαν τους επαναστάτες, ο αυτοκράτορας ίδρυσε την επίλεκτη Φρουρά των Βαράγγων για να προστατεύσει την Κωνσταντινούπολη και να υπηρετήσουν ως προσωπικοί του σωματοφύλακες. Χωρίς τοπικούς δεσμούς ή οικογενειακές διασυνδέσεις που θα μπορούσαν να διχάσουν την πίστη τους και με αδυναμία να μιλήσουν την τοπική γλώσσα, οι Βάραγγοι αποδείχθηκαν πολύ λιγότερο διεφθαρμένοι από τους Έλληνες φρουρούς του Βασιλείου.
«Έλαβαν απίστευτη ανταμοιβή», λέει ο ιστορικός John Haywood στο βιβλίο του «Northmen: The Viking Saga AD 793-1241» για τους Βάραγγους. «Τους έδιναν μετάξι που ήταν σημαντικό για τους Σκανδιναβούς. Παίρνουν ένα ενισχυμένο μερίδιο της λείας. Οι ευκατάστατοι μισθοφόροι που επιστρέφουν στην πατρίδα τους διαδίδουν την εικόνα της Κωνσταντινούπολης ως της υποσχόμενης γης του μυθικού πλούτου».
Η αποστολή των Βαράγγων
Η κύρια αποστολή της Βαραγγικής Φρουράς ήταν να λειτουργεί ως προσωπική φρουρά του αυτοκράτορα και να προστατεύει το παλάτι και την αυτοκρατορική οικογένεια. Η φρουρά αυτή ήταν ιδιαίτερα αξιόπιστη, καθώς δεν είχε τοπικούς πολιτικούς δεσμούς ή συμφέροντα. Συμμετείχαν επίσης σε πολεμικές εκστρατείες και σημαντικές μάχες, καθώς ήταν ιδανικοί για τέτοιες αποστολές.
Αρχικά, η φρουρά αποτελούνταν από Σκανδιναβούς, κυρίως Νορμανδούς από τη Σουηδία, τη Νορβηγία και τη Δανία. Αργότερα, μετά την κατάκτηση της Αγγλίας από τους Νορμανδούς το 1066, πολλοί Αγγλοσάξονες εντάχθηκαν επίσης στη φρουρά. Με την πάροδο του χρόνου, η φρουρά περιλάμβανε πολεμιστές από διάφορες περιοχές της Βόρειας Ευρώπης. Βασικό όπλο αυτών των πολεμιστών ήταν τα χαρακτηριστικά τσεκούρια τους. Το τσεκούρι αυτό, συχνά διπλής κόψης, έγινε σύμβολο της φρουράς.
Τι απέγιναν οι Βαράγγοι
Η Βαράγγειος Φρουρά διαλύθηκε σταδιακά κατά την περίοδο των Κομνηνών και των Παλαιολόγων, αλλά η μνήμη της παραμένει ζωντανή ως σύμβολο της αφοσίωσης και της πολεμικής ικανότητας. Νωρίτερα είχαν πάρει μέρος σε πολλές εκστρατείες ενώ ήταν ήταν παρόντες σε πολλές σημαντικές μάχες και γεγονότα της βυζαντινής ιστορίας, όπως η μάχη του Ματζικέρτ το 1071 και η υπεράσπιση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204.
Άφησαν το αποτύπωμα τους στην Πόλη και μάλιστα υπάρχουν τουλάχιστον δύο ρουνικές επιγραφές λαξευμένες στους μαρμάρινους τοίχους της Αγίας Σοφίας μπορεί να έχουν χαραχθεί από μέλη της Φρουράς των Βαράγγων. Σήμερα είναι ως επί το πλείστον δυσανάγνωστα, αλλά σε ένα από αυτά μπορεί κανείς να διακρίνει το «fdan»: το δεύτερο μέρος του ονόματος «Halfdan».
Ουσιαστικά οι Βίκινγκς δεν έφυγαν ποτέ πραγματικά, από την Κωνσταντινούπολη, αλλά απλώς εξελίχθηκαν σε κάτι άλλο. Δεν ήταν πια ειδωλολάτρες, αλλά Ορθόδοξοι Χριστιανοί και εν τέλει αφομοιώθηκαν πολιτιστικά με τον τοπικό πληθυσμό.
Πηγή: Hellas-now