Του Μανώλη Κοττάκη
Για το κλειστό σύστημα εξουσίας και τα καρτέλ ο βουλευτής διαγράφεται, αλλά η κυβέρνηση χρωστά απαντήσεις:
– Μετείχε στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας που κέρδισε τον διαγωνισμό για τα 100 κυλικεία των μουσείων αξιωματούχος με έδρα το Μαξίμου;
– Μετείχε στην επιτροπή του διαγωνισμού υπάλληλος του υπουργείου Πολιτισμού, εναντίον του οποίου ασκήθηκε δίωξη για συμμετοχή στο κύκλωμα εκβίασης;
– Γιατί οι διαγωνισμοί έγιναν παραμονές εθνικών εκλογών και ευρωεκλογών, που είναι κλειστά τα δικαστήρια;
– Γιατί τέθηκε ο φωτογραφικός όρος, οι εταιρίες να έχουν τζίρο 1.000.000 ευρώ;
Η απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να παραπέμψει τον πρώην υπουργό και βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας Μάριο Σαλμά στην Επιτροπή Δεοντολογίας της Νέας Δημοκρατίας με το ερώτημα της διαγραφής ερμηνεύτηκε ως απόπειρα εκφοβισμού των βουλευτών. Για να σταματήσουν να μιλάνε. Ειδικά μετά την τελευταία ερώτηση των 11 για τα «κόκκινα» δάνεια, για το «κούρεμα» των οποίων βοά ο τόπος στο παρασκήνιο: Ότι τα δάνεια της οικονομικής ελίτ, ακόμη και ύψους 800.000.000 ευρώ, περικόπτονται στο ύψος των 800.000 ευρώ, ενώ τα δάνεια των απλών πολιτών οδηγούν σε κατασχέσεις και σε πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας τους.
Στην πραγματικότητα, όμως, αυτοί που φοβούνται δεν είναι οι βουλευτές. Αυτός που φοβάται με τις αποκαλύψεις για τις καταγγελίες του κυρίου Σαλμά για τα ιδιωτικά μονοπώλια στα κυλικεία των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων, καθώς και στον χώρο της ενέργειας και των φωτοβολταϊκών είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Η κυβέρνηση. Η οποία θέλει να αποφύγει πάση θυσία τη γενίκευση αυτής της συζήτησης, με αφορμή τα κυλικεία και τους αυτόματους πωλητές των αρχαιολογικών μουσείων, που είναι η μικρογραφία της αγοράς.
Στην ουσία ο κύριος Σαλμάς, με όσα κατήγγειλε ενώπιον του πρωθυπουργού στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, με όσα είπε στη Βουλή κατά τη διάρκεια της επίκαιρης επερώτησης στη Λίνα Μενδώνη για τον πρώτο διαγωνισμό και με όσα ζητά να μάθει με την επίκαιρη ερώτηση και την αίτηση κατάθεσης εγγράφων που απευθύνει στην υπουργό Πολιτισμού στις 29 Ιουλίου 2024 για τον δεύτερο διαγωνισμό, αλλά δεν έχει απαντηθεί, θέτει δημοσίως αυτό που ψιθυρίζει όλη η αγορά ιδιωτικά εδώ και πάρα πολύ καιρό: Ότι έχει καταργηθεί ο ανταγωνισμός. Ότι ένα κλειστό σύστημα εξουσίας του βαθέος επιτελικού κράτους διανέμει τα έργα και τις προμήθειες στους διαγωνισμούς του Δημοσίου. Ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι κατ’ όνομα φιλελεύθερη, αλλά στην πράξη προωθεί τα ιδιωτικά μονοπώλια και τα καρτέλ.
Η Νέα Δημοκρατία με τις κυβερνητικές πηγές της χαρακτήρισε το Σάββατο «ύποπτη» τη στάση του βουλευτή, να επιμένει στο θέμα, από τη στιγμή που το ζήτημα συζητήθηκε μία φορά στο Κοινοβούλιο. Όμως, όσο δεν απαντά η κυβέρνηση και το Μαξίμου στα ερωτήματα που θέτει δημόσια στα κομματικά όργανα, στα ΜΜΕ και στους θεσμούς (Κοινοβούλιο, Κοινοβουλευτική Ομάδα) αλλά και ιδιωτικά σε υπουργούς ο Μάριος Σαλμάς, ο ύποπτος δεν θα είναι αυτός. Άλλοι είναι.
Ο βουλευτής κατήγγειλε όπου δη ιδιωτικώς ότι η εταιρία η οποία κέρδισε με την κατώτατη τιμή των πλειοδοτικό διαγωνισμό του υπουργείου Πολιτισμού σε δύο φάσεις είχε στο παρελθόν στη σύνθεση του διοικητικού της συμβουλίου ως μέλος αξιωματούχο ο οποίος είχε έδρα στο ισόγειο του Μαξίμου τον καιρό των αναθέσεων. Προφανώς, νομικά δεν είχε την ευθύνη διεξαγωγής των διαγωνισμών και δεν ελέγχεται γι’ αυτό, αλλά πολιτικά η σύμπτωση αυτή δημιούργησε αρνητικότατες εντυπώσεις στην επιχειρηματική κοινότητα της χώρας. Απάντηση ο βουλευτής δεν πήρε.
Ο κύριος Σαλμάς ρώτησε την υπουργό Πολιτισμού στο Κοινοβούλιο αν αληθεύει ότι ένα από τα μέλη της επιτροπής του διαγωνισμού που κατακύρωσε τη μίσθωση των 100 κυλικείων και αυτόματων πωλητών στα μουσεία της χώρας μονοπωλιακά, σε μία εταιρία, συνελήφθη για συμμετοχή του στο κύκλωμα δημόσιων υπαλλήλων με την κατηγορία της εκβίασης και του ασκήθηκε ποινική δίωξη. Απάντηση δεν πήρε. Ο βουλευτής ρώτησε γιατί και οι δύο διαγωνισμοί (70 συν 30 κυλικεία) έγιναν μία εβδομάδα πριν από τις εθνικές εκλογές του 2023 και τις ευρωεκλογές του 2024, όταν είναι κλειστά τα δικαστήρια και δεν μπορούν να ασκηθούν ασφαλιστικά μέτρα από τις αποκλειόμενες εταιρίες, και απάντηση δεν πήρε.
Ο βουλευτής ρώτησε γιατί στον διαγωνισμό υπήρξε φωτογραφικός όρος ότι οι συμμετέχουσες εταιρίες πρέπει να ‘χουν τζίρο 1.000.000 ευρώ και θετικά ίδια κεφάλαια, ενώ σε 10 άλλους διαγωνισμούς του Δημοσίου για κυλικεία την ίδια εποχή δεν τέθηκε αυτός ο όρος, και απάντηση δεν πήρε. Ο βουλευτής ρώτησε γιατί στη σύμβαση που υπέγραψε το υπουργείο Πολιτισμού με τη συγκεκριμένη εταιρία δεν υπήρχε καμία αναφορά σε εγγυητικές επιστολές, αλλά ουσιαστική απάντηση δεν πήρε.
Και το πιο ενδιαφέρον απ’ όλα: Ο κύριος Σαλμάς δεν πήρε απάντηση από τον ίδιο τον πρωθυπουργό στην Κοινοβουλευτική Ομάδα τον Ιούλιο, όπου του είπε καταπρόσωπο τα εξής: «Εγώ μπήκα στην πολιτική για να υπηρετήσω την ισονομία, την ισοπολιτεία και τις ίσες ευκαιρίες. Δεν μπήκα στην πολιτική για να παίρνει μια αλυσίδα καφέ για 12 χρόνια τα 100 κυλικεία των αρχαιολογικών χώρων με φωτογραφικό διαγωνισμό, όπου μόνο αυτή επιλέγεται να δώσει προσφορά στην κατώτατη τιμή εκκίνησης του διαγωνισμού, τα 250.000 ευρώ, που σημαίνει ότι καταργείται η έννοια της πλειοδοσίας. Με άλλα λόγια, κύριε πρόεδρε, δεν δέχομαι ότι στην Ελλάδα του 2024 μπορεί μόνο μία εταιρία να πουλά νερά και καφέδες στα κυλικεία. Άλλες δεν υπάρχουν; Εσείς είστε με τους λίγους, εγώ με τους πολλούς».
Ο πρωθυπουργός δεν απάντησε εκείνη την ημέρα στον βουλευτή του ούτε γι’ αυτό το θέμα ούτε για τα ιδιωτικά συμφέροντα στον χώρο της ενέργειας και στα φωτοβολταϊκά, που αποκλείουν αγρότες της Αιτωλοακαρνανίας από το να συγκροτούν ενεργειακή κοινότητα για να τύχουν επιδότησης, αλλά επιτρέπουν σε γνωστά πρόσωπα και εταιρίες να παίρνουν αυτήν την επιδότηση. Το μόνο που απάντησε ο κύριος Μητσοτάκης στον βουλευτή του ήταν πως «μιλάτε με υπονοούμενα και ότι δεν υπηρετούμε τους λίγους, αφού πήραμε 41%».
Δεν τον κάλεσε, όμως, στο γραφείο του για να του ζητήσει να του εξηγήσει τι και ποιους εννοεί! Αυτό θα ήταν και το λογικό για μια τόσο βαριά καταγγελία. Αντιθέτως, το Μέγαρο Μαξίμου άφησε να διαρρεύσει στα ΜΜΕ ότι «ο Σαλμάς είναι πλέον ξένο σώμα για τη Νέα Δημοκρατία».
Η περιγραφή που έκανε ο κύριος Σαλμάς για την κατάργηση του ανταγωνισμού στη «μικρογραφία» των κυλικείων νομοθετήθηκε στο ανώτατο επίπεδο για τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης με νόμο που πέρασε από το Κοινοβούλιο το θέρος.
Με βάση τον νόμο αυτόν, στο ανώτερο επίπεδο καταργείται ουσιαστικά η έννομη προστασία υπέρ των εταιριών που μετέχουν σε διαγωνισμούς του Δημοσίου και τους χάνουν, καταργείται το δικαίωμα της προσφυγής τους στο Συμβούλιο της Επικρατείας για έκδοση προσωρινής διαταγής αναστολής εκτέλεσης αλλά και προσφυγής στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων και παραπέμπονται σε πολύχρονο δικαστικό αγώνα στα διοικητικά δικαστήρια. Πρόκειται για θέμα που έθεσε με ένταση η εφημερίδα μας.
Όλη η επιχειρηματική κοινότητα, λοιπόν, αυτήν τη στιγμή ψιθυρίζει μεταξύ της, βοά στην πραγματικότητα, ότι, αντί για τον ελεύθερο ανταγωνισμό, έχουμε οδηγηθεί σε ένα καθεστώς ιδιωτικών μονοπωλίων και αυτό προκύπτει και από τις απαντήσεις των ίδιων των επιχειρηματιών σε πρόσφατες έρευνες που είδαν το φως της δημοσιότητας.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η κυβέρνηση δεν φοβάται τους βουλευτές της, αλλά τον εαυτό της και τα πεπραγμένα της. Απλώς, αν αρχίσουν οι βουλευτές και μιλούν υπερασπιζόμενοι τους ανθρώπους της αγοράς στο φως της ημέρας, οι οποίοι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της εκλογικής παράταξης της Νέας Δημοκρατίας, θα χαθεί ο έλεγχος. Αυτό ήταν και το νόημα της διαγραφής του κύριου Σαλμά.
Το πόσο ενοχλεί η κυβερνητική πολιτική την αγορά θα φανεί, παρά τους άνισους όρους διεξαγωγής των εκλογών, και στην αναμέτρηση για τη νέα διοίκηση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ). Όπου η κυβέρνηση παρεμβαίνει στο ψηφοδέλτιο του αντάρτη υποψηφίου Νίκου Σοφιανού και πιέζει κορυφαίους επιχειρηματίες, που θέλησαν -αγανακτισμένοι με την πολιτική της- να μετάσχουν σε αυτό, να αποσύρουν την υποψηφιότητά τους. Πράγμα που τελικά συνέβη. Με το κλίμα που επικρατεί στην αγορά θα πρέπει να ιδρώσει πολύ ο κυβερνητικός υποψήφιος για να κερδίσει την προεδρία του ΕΒΕΑ.
Αλλά, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων αυτού, η διαγραφή Σαλμά δεν αναστέλλει τη συζήτηση. Αντιθέτως, τη φουντώνει. Ο βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας και καθηγητής της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στις τηλεοπτικές παρεμβάσεις του έθεσε και το ζήτημα της εκτόξευσης των τιμών των φαρμάκων χάρη συγκεκριμένων συμφερόντων αλλά και του υπερβολικού κόστους που πληρώνει ο ΕΟΠΥΥ σε ιδιώτες για αγορά υπηρεσιών υγείας.
Ο κύριος Σαλμάς «χτύπησε φλέβα».