- Έλεγχος διατάχθηκε στις 18 Ιουνίου για άλλη εταιρεία που δραστηριοποιείται με τρεις θυγατρικές στην Ελλάδα.
- «Αιχμάλωτοι» οι παίκτες, αναζητείται λύση.
- Η χαμένη υπόθεση του Χαλεπλή στις ΗΠΑ.
Του Βασίλη Γαλούπη
Στον έλεγχο όλων των στοιχηματικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα προχωρά η ΑΑΔΕ, μετά το «φιάσκο» με το λουκέτο στην Betshop. Για το ενδεχόμενο κατάρρευσης της συγκεκριμένης στοιχηματικής είχαν προειδοποιήσει με τρεις ξεχωριστές έρευνες οι Data Journalists.
Στην πρώτη εξ’ αυτών που δημοσιεύθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2023 (ΕΔΩ) είχε επισημανθεί και το σοβαρό ενδεχόμενο ακόμα και για άρση της άδειας, όπως κι έγινε στις 12 Ιουλίου.
Η σειρά αποκαλύψεων των Data Journalists και η πίεση της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων κινητοποίησε την ΑΑΔΕ που ανέλαβε δράση, οδηγώντας στην αναστολή λειτουργίας της Betshop. Ταυτόχρονα η Ανεξάρτητη Αρχή ξεκίνησε σαφάρι προς όλες τις στοιχηματικές εταιρείες.
Σύμφωνα με πληροφορίες μας, στις 18 Ιουνίου η ΑΑΔΕ έδωσε εντολή διενέργειας ελέγχου κι έρευνας για άλλη μητρική εταιρεία που δραστηριοποιείται με τρεις θυγατρικές στην Ελλάδα. Ο έλεγχος περιλαμβάνει το εισόδημα, την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων, την ορθή τήρηση βιβλίων κ.α.
Στις 27 Ιουνίου η ΑΑΔΕ γνωστοποίησε στην συγκεκριμένη θυγατρική ότι έχει περιθώριο 10 ημερών από την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου για να υποβάλει εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές φορολογικές δηλώσεις.
Φαίνεται ότι ο κλοιός σφίγγει και για άλλες εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των τυχερών παιχνιδιών και δεν είναι συνεπείς, πέραν της περίπτωσης Χαλεπλή.
Το λουκέτο στην Betshop
Στις 12 Ιουλίου η εταιρεία B2B GAMING SERVICES που διαχειρίζεται τη Betshop.gr γνωστοποίησε την κατάσχεση του τραπεζικού λογαριασμού των πελατών της από τις φορολογικές αρχές.
Η εταιρεία ανέφερε στην ανακοίνωση της: «Η Εταιρεία μας βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να ανακοινώσει ότι, λόγω αιφνίδιας και καταχρηστικής κατάσχεσης του τραπεζικού λογαριασμού εξυπηρέτησης πελατών της από τις φορολογικές αρχές, εξαναγκάζεται να αναστείλει τη λειτουργία της μέχρι να αποκατασταθεί το ζήτημα που προέκυψε».
Και πρόσθεσε: «Η φορολογική διοίκηση έκρινε ότι έπρεπε να έχουμε παρακρατήσει από τους πελάτες μας μεγαλύτερο φόρο. Οι αρχές αναζητούν χρήματα από εμάς, τα οποία δεν εισπράξαμε από τους πελάτες μας».
Σύμφωνα με την εταιρεία, οι φορολογικές αρχές εντόπισαν φορολογική διαφορά που αφορά στον υπολογισμό των φορολογικών υποχρεώσεων της για τις χρήσεις 2013 και 2014 και, κυρίως, τον προσδιορισμό του παρακρατούμενου φόρου επί των κερδών των παικτών.
Με τις ταμειακές προσαυξήσεις το ποσό των προστίμων σήμερα υπερβαίνει τα 40 εκατ. ευρώ. Η Betshop.gr έχει προσφύγει στο ΣτΕ έχοντας ασκήσει αίτηση αναίρεσης με την υπόθεση να έχει συζητηθεί στις 14 Νοεμβρίου 2022. Η απόφαση δεν έχει ακόμη εκδοθεί.
«Αιχμάλωτοι» οι παίκτες
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει έως τώρα γνωστά το ποσό των παικτών που δεσμεύτηκαν, λόγω του λουκέτου στην Betshop, ανέρχεται σε 1,2 εκατ. ευρώ περίπου. Λύση μέχρι τώρα δεν έχει δοθεί. Από την ΕΕΕΠ εξετάζεται, κατά πληροφορίες, η δημιουργία ενός εγγυητικού ταμείου με συμμετοχή όλων των εταιριών, ώστε να είναι καλυμμένοι οι παίκτες σε παρόμοια κραχ μελλοντικά.
Στην παρούσα φάση, εξάλλου, δεν φαίνεται ότι η Επιτροπή Παιγνίων, που δρα ανεξάρτητα από την ΑΑΔΕ ασφαλώς, έχει βάλει στο στόχαστρό της για σοβαρές εκκρεμότητες άλλη στοιχηματική εταιρία.
Επί της ουσίας δεν έχει υπάρξει κάποια σοβαρή εξέλιξη μετά την αρχική ανακοίνωση της Επιτροπής Παιγνίων στις 15 Ιουλίου:
«Η Ε.Ε.Ε.Π. είναι ενήμερη για το σοβαρό πρόβλημα λειτουργίας που ανέκυψε σε σχέση με τον Πάροχο Διαδικτυακών Παιγνίων Betshop και έχει ήδη προβεί στις προβλεπόμενες ενέργειες για την πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και την ανάλυση των δεδομένων. Σε σχέση με αυτή την υπόθεση, η Ε.Ε.Ε.Π. ενημερώνει ότι κινείται με γνώμονα την προστασία των παικτών – πελατών της Betshop. Η Ε.Ε.Ε.Π. έχει προβεί – σε συνεργασία με άλλες αρμόδιες Αρχές – σε κάθε απαραίτητη ενέργεια για τη διαφύλαξη των νόμιμων συμφερόντων τους».
Το χρονικό
Στις 22 Δεκεμβρίου 2023 οι Data Journalists ανέδειξαν την προειδοποίηση από 30 Οκτωβρίου 2023 της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) και το βαρύτατο πρόστιμο πρόστιμο 500.000 ευρώ στην εταιρεία «B2B Gaming Services (Malta) Limited». Η Ανεξάρτητη Αρχή ανέφερε τότε ότι η διοικητική κύρωση αφορούσε «στην παραβίαση των όρων χορήγησης των Αδειών Διεξαγωγής Τυχερών Παιγνίων μέσω Διαδικτύου».
Έναν μήνα μετά στις 22 Ιανουαρίου 2024 (ΕΔΩ) φέραμε στο φως το ρεπορτάζ για την απόφαση ενεργοποίησης όλων των διαδικασιών ελέγχου αμέσως μετά το τέλος της εορταστικής περιόδου από την πλευρά της Ανεξάρτητης Αρχής. Η ΕΕΕΠ προχώρησε στην σύσταση Επιτροπής Ακρόασης για να εξετάσει κάθε υπόθεση παραβάσεων διαδικτυακών παρόχων, αρχής γενομένης από την υπόθεση της Betshop. Η Επιτροπή Ακρόασης για θέματα που αφορούν στα παίγνια που διεξάγονται μέσω διαδικτύου συστάθηκε μετά από τη δημοσίευση ΦΕΚ στις 27 Δεκεμβρίου 2023.
Η έρευνά μας κατέληγε: «Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι αν και θεωρείται πολύ αυστηρό το μέτρο της αναστολής άδειας, τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί εφόσον δεν προσκομίζονται τα απαιτούμενα έγγραφα μετά από συνεχείς εκκλήσεις, καθώς προκύπτουν και ζητήματα υγιούς ανταγωνισμού με εταιρίες που εκπληρώνουν σταθερά όλες τις προϋποθέσεις εύρυθμης λειτουργίας».
Στις 21 Απριλίου ακολούθησε η έρευνα με τίτλο «Στον αέρα η άδεια της Betshop» (ΕΔΩ), με την αναφορά για αυστηρή σύσταση για συμμόρφωση της εταιρείας από την ΕΕΕΠ και νέα κλήση για ακρόαση το επόμενο διάστημα, αλλά και για ταιχνίδι τακτικής από την εταιρεία του Χαλεπλή με φόντο την απόφαση του ΣτΕ για την «δικαστική εκκρεμότητα φορολογικής αντιδικίας με το Δημόσιο για φορολογικό έλεγχο», ύψους 25 εκατ. ευρώ.
Η «υπόσχεση» Χαλεπλή και η χαμένη υπόθεση στις ΗΠΑ
Σε δηλώσεις που έκανε στα ΜΜΕ ο Γαβριήλ Χαλεπλής, ισχυρός άνδρας της εταιρίας Betshop, ή «B2B Gaming Services (Malta) Limited» είπε ότι «η πρώτη μας προτεραιότητα είναι να απελευθερωθούν τα χρήματα των παικτών της Betshop, που δεσμεύτηκαν με την κατάσχεση του τραπεζικού λογαριασμού εξυπηρέτησης πελατών μας από τις φορολογικές αρχές. Δεν περιμέναμε ότι θα κατασχεθεί λογαριασμός παικτών, τη στιγμή που η φορολογική διαφορά δεν έχει τελεσιδικήσει». Μέχρι τώρα δεν υπάρξει κάποια εξέλιξη προς αυτή την κατεύθυνση με υλοποίηση της «υπόσχεσης» του μετόχου της εταιρείας.
Η B2B δραστηριοποιείται ως πλατφόρμα σε αθλητικά στοιχήματα, καζίνο και παιχνίδια σε ρυθμιζόμενες αγορές από το 1997. Όπως αναφέρεται στην αγγλόφωνη έκδοση από την ίδια την εταιρεία «ο Γαβριήλ Χαλεπλής είναι ο ιδρυτής και ηγέτης μας».
Το 1997 ο Χαλεπλής έκανε το πρώτο επιχειρηματικό του άνοιγμα στο Λονδίνο, ενώ έναν χρόνο μετά πήρε άδεια τυχερών παιχνιδιών. Εμφανίστηκε στην εταιρεία Kingmaker Services Limited με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το 2007 απέκτησε άδεια από την Αρχή Παιγνίων και στην Μάλτα και το 2021 στην Ελλάδα με την Β2Β.
Στις αμερικανικές δικογραφίες εντοπίζεται και μια νέα υπόθεση στην Πενσιλβάνια από τον Ιανουάριο του 2022 με αντιδικία του Γαβριήλ Χαλεπλή με άλλον Έλληνα ομογενή.
Η αγωγή ασκήθηκε από την εταιρία One World LLC και τον Γαβριήλ Χαλεπλή (το μοναδικό μέλος της). Οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι οι εναγόμενοι οδήγησαν τον Χαλεπλή να επενδύσει 10.750.000 ευρώ (περίπου 12.000.000 δολάρια) κεφαλαίων της One World LLC σε ελληνικές εταιρείες που ελέγχονται από συνεργάτες των εναγόμενων, οι οποίοι στη συνέχεια μετέφεραν τα κεφάλαια πίσω στους εναγόμενους στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου και τα καταχράστηκαν.
Ο Γαβριήλ Χαλεπλής, κάτοικος Ην. Βασιλείου, είναι το μοναδικό μέλος της One World, LLC, εταιρεία στο Ντέλαγουερ των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τα δικόγραφα, πριν τον Μάιο 2017, ο Χαλεπλής αποφάσισε να δημιουργήσει μια εταιρεία ως όχημα μέσω της οποίας θα μπορούσε να επενδύσει σε αμερικανικές επιχειρήσεις. Του συνέστησαν να προσλάβει άλλον Έλληνα ομογενή, λόγω της «παρουσίας του στις Ηνωμένες Πολιτείες», την υποτιθέμενη εμπειρία του στην αμερικανική και ελληνική πολιτική, τις κυβερνητικές του σχέσεις και το lobbying..
Τελικώς δημιουργήθηκε η εταιρεία One World LLC, στις 24 Μαϊου 2017. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της αγωγής:
Ο εναγόμενος ενημέρωσε τον Χαλεπλή ότι λόγω της επικείμενης θέσης του στο State Department δεν θα μπορούσε να συμμετέχει επίσημα ή δημόσια στην εταιρεία One World. Συνέστησε στον Χαλεπλή να χρησιμοποιήσει άλλους ως επίσημα στελέχη της εταιρείας. Ο Έλληνας επιχειρηματίας θεωρεί ότι εξαπατήθηκε.
Ο Χαλεπλής αποφάσισε να επενδύσει στην ελληνική αγορά φαρμακευτικής κάνναβης. Οι συνέταιροί του τού πρότειναν να επενδύσει η One World σε νέες ελληνικές εταιρείες, οι οποίες στη συνέχεια θα χρησιμοποιούσαν τα κεφάλαια (σ.σ. στην Ελλάδα) για να υποβάλουν αίτηση για αδειοδότηση, να πληρώσουν κρατικά έξοδα και έξοδα lobbying να αγοράσουν γη, εξοπλισμό κλπ.
Ο Χαλεπλής πραγματοποίησε τις ακόλουθες συνεισφορές κεφαλαίων στην One World, σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως:
- 2.700.000 ευρώ στις 19 Μαρτίου 2018
- 10.400.000 ευρώ στις 30 Μαρτίου 2018
- 2.180.000 ευρώ στις 21 Δεκεμβρίου 2018
Η αγωγή (του Χαλεπλή) ισχυρίζεται ότι οι συνεργάτες του υπεξαίρεσαν πάνω από 9.000.000 δολάρια από τα κεφάλαια που επένδυσε ο Χαλεπλής στην One World.
Η ετυμηγορία
Συνοπτικά, το δικαστήριο της Πενσυλβάνια κλήθηκε να εκφράσει ετυμηγορία για συγκεκριμένα αιτήματα:
Η πρόταση των κατηγορουμένων για απόρριψη λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας (ζητούσαν να μεταφερθεί η πολιτική αγωγή στην περιφέρεια Ν. Υόρκης, όχι στην Πενσιλβάνια) απορρίπτεται.
Εγκρίθηκε άδεια για υποβολή απάντησης από την πλευρά των εναγόμενων.
Άλλα αιτήματα των κατηγορουμένων απορρίπτονται εν μέρει και γίνονται δεκτά εν μέρει.
Η πλευρά των εναγόντων (δηλαδή του κ. Χαλεπλή) αιτούνταν από το δικαστήριο να προβεί σε διαπιστωτική κρίση για τα υπεξαιρεθέντα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται για τις αγορές των αντίστοιχων κατοικιών και χρηματική αποζημίωση σύμφωνα με εναπομείνασες αξιώσεις τους. Οι ενάγοντες επεδίωκαν απόφαση που να κρίνει ότι αυτοί είναι οι νόμιμοι ιδιοκτήτες τίτλων των δυο σπιτιών επειδή αγοράστηκαν με κεφάλαια που καταχράστηκαν από τους ενάγοντες.
Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορεί να ανακηρύξει τους ενάγοντες (πλευρά Χαλεπλή) ως μοναδικούς ιδιοκτήτες των εν λόγω κατοικιών γιατί τα σπίτια αγοράστηκαν και με συμβατική χρηματοδότηση στεγαστικών δανείων και γιατί η αγωγή δεν περιέχει αρκετές οικονομικές λεπτομέρειες ώστε να αποδεικνύει ότι οι κατηγορούμενοι δεν θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά μια προκαταβολή για τα συγκεκριμένα σπίτια από τα δικά τους χρήματα.