Του Μανώλη Κοττάκη
Διαβάζω αυτές τις ήρεμες ημέρες του Αυγούστου στο διαδίκτυο γεγονότα για τα οποία σας έχουμε ενημερώσει από την πρώτη στιγμή. Τα οποία όμως δεν χάνουν την επικαιρότητά τους, γι’ αυτό και άριστα πράττουν οι συνάδελφοι που τα επαναφέρουν στη δημόσια ατζέντα. Η περίπτωση του Αμερικανού τέως συμβούλου του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη Σταν Γκρίνμπεργκ είναι ενδεικτική.
Διαβάζουμε τώρα ότι ο πρωθυπουργός τον απέλυσε επειδή του χρέωσε ότι δεν είχε διαγνώσει τον κίνδυνο της πτώσης της Νέας Δημοκρατίας σε ποσοστά κάτω του 30%, με συνέπεια ο ίδιος να αιφνιδιαστεί από το αποτέλεσμα. Ότι το πριγκιπάτο του εκσυγχρονισμού στο Μέγαρο Μαξίμου αμέσως μετά τις ευρωεκλογές τού επέρριψε το σύνολο των ευθυνών για τη λάθος στρατηγική που ακολούθησε.
Και ότι τώρα, έπειτα από όλα όσα έχουν συμβεί, καθώς τα focus groups που γίνονται αυτόν τον καιρό από εταιρίες δείχνουν την πιθανότητα να κινηθεί το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας στο 22% έως 23% χωρίς αναγωγή (και να την οδηγήσει σε χρόνια στρατηγική καθήλωση), ο πρωθυπουργός μελετά να ξαναπροσλάβει τον κύριο Γκρίνμπεργκ. Να τον ξαναπροσλάβει! Δικό του θέμα είναι.
Άλλωστε δεν πληρώνει ούτε ο ίδιος ούτε η Νέα Δημοκρατία. Πληρώνει, όπως έγραψε μια έγκριτος εφημερίδα για τον τέως σύμβουλο του προέδρου, «μια σύγχρονη ελληνική θεότητα». Που τελευταία κοιτάει ξανά προς την Ηρώδου του Αττικού (η ίδια θεότητα πλήρωνε και στις εκλογές του 2015 τον «Γκρίνμπεργκ» του κυρίου Τσίπρα, την αμερικανική εταιρία Ever Green).
Αλλά είτε τον προσλάβει εκ νέου είτε όχι τον κύριο Γκρίνμπεργκ, το πρόβλημα θα συνεχίσει για τον κύριο Μητσοτάκη, ο οποίος έχει προσβληθεί από τη νόσο των πρωθυπουργών και των πολιτικών αρχηγών: Όταν τα πράγματα στραβώνουν, οι ηγεσίες μας θέλουν να ακούν μόνο αυτά που επιβεβαιώνουν τις θεωρίες τους, και αποδιώχνουν από τη σκέψη τους τα πραγματικά δεδομένα που είναι πολύ πλησιέστερα προς την αλήθεια.
Το γιατί, απλό: Αδυνατούν να διαχειριστούν την απόρριψη. Έχουν εθιστεί στην έγκριση. Δεν είναι ο μόνος, για να λέμε του στραβού το δίκιο, ο κύριος πρωθυπουργός. Και ο Αλέξης Τσίπρας είχε ως πρωθυπουργός δίπλα του δημοσκόπο ο οποίος τον είχε πείσει ότι η διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2019 θα ήταν σχεδόν μηδενική. Ενώ στις εκλογές του 2023 δημοσκόποι τού έλεγαν τι ακριβώς θα συμβεί κι εκείνος απαντούσε «αποκλείεται!».
Το πρόβλημα με τους πολιτικούς μας ηγέτες λοιπόν κατά τη γνώμη μου είναι διπλό: Πρώτον, κάποιοι χρησιμοποιούν ξένους για να τους πουν τι συμβαίνει στον τόπο μας ενώ διαθέτουν όλους τους αξιόπιστους μηχανισμούς μέσω των οργανώσεών τους, των ανθρώπων τους, και της επιχειρηματικής κοινότητας, για να καταλαβαίνουν τις διαγραφόμενες εκλογικές τους επιδόσεις.
Ουκ ολίγες φορές σε αυτό το διάστημα κι εμείς, αλλά όχι μόνο εμείς, επισημαίναμε στον κύριο Μητσοτάκη ότι έχει τεράστιο πρόβλημα στα δεξιά του και ότι είμαστε έτοιμοι να του δίνουμε συμβουλές… δωρεάν, μπας και διασώσει η παράταξη το ποσοστό της. Αλλά εκείνος άκουγε τον κύριο Γκρίνμπεργκ, ο οποίος, αναλύοντας δεδομένα με τα οποία τον εφοδίαζαν εκσυγχρονιστές υπουργοί, του έδειχνε σταθερά να αδιαφορεί για τη δεξιά αιμορραγία του και να επιμένει στο Κέντρο, γιατί και ο ίδιος αυτό ήθελε κατά βάθος να πιστεύει ότι συμβαίνει.
Ποιος ξεχνά τις διαρροές του πριγκιπάτου του Μαξίμου προς τα μέσα ενημέρωσης ότι ο Γκρίνμπεργκ «δίνει» πρόβλεψη ποσοστού από 33% και πάνω, ότι «τη γλιτώσαμε για τον γάμο» και ότι στη βάση αυτής της πρόβλεψης ο πρωθυπουργός έθεσε με πρωτοφανή αλαζονεία τον προσωπικό του πήχη σε αυτό το ύψος και ακόμα μεγαλύτερο; Μια αναζήτηση στο διαδίκτυο θα σας πείσει για το τι ακριβώς συνέβη τότε.
Μια προσεκτική ανάγνωση μόνο των μετρήσεων και των στατιστικών τους έδειχνε όμως ότι όλα τα ποιοτικά στοιχεία τους όχι απλώς δεν συμφωνούσαν με τις πληρωμένες προβλέψεις εκτίμησης ψήφου, αλλά ήταν συντριπτικά εναντίον της Νέας Δημοκρατίας. Ποιος τα διάβαζε όμως;
Συνήθως δεν γράφω ονόματα γιατί, δεδομένης της «συμπάθειας» που υπάρχει για τη στήλη στο Μέγαρο Μαξίμου, μπορεί να κάνω καμιά φορά και «κακό» άθελά μου. Όμως οφείλω να το καταθέσω. Ο μόνος φιλελεύθερος που τολμηρά μου διατύπωσε την εκτίμησή του ότι η Νέα Δημοκρατία μπορεί να πέσει κάτω από 30% στις ευρωεκλογές ήταν το παλαιό κομματικό στέλεχος της ΔΑΠ ΟΝΝΕΔ και έμπειρος εκλογικός αναλυτής Ευτύχης Βαρδουλάκης. Αλλά για κάποιους στον πυρήνα της κυβέρνησης αυτά ήταν απαγορευμένα, ο Βαρδουλάκης δεν ονομάζεται Ευτύχενμπερκ για να έχει την αίγλη και την προστασία του κυρίου Γκρίνμπεργκ. Αυτοί είμαστε! Έχουμε στην Ελλάδα τα καλύτερα μυαλά και ψάχνουμε στο εξωτερικό τα «παλτά» λίγο πριν κρεμάσουν τα παπούτσια τους.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι οι πολιτικοί μας, χάρη στην καθολική υπεροπλία τους στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πιστεύουν βαθιά ότι μπορούν να χειραγωγούν την κοινωνία και να τη φέρνουν στα μέτρα τους -αυτό ονομάζεται βολονταρισμός-, αντί να είναι γειωμένοι με την κοινωνία.
Ο Αλέξης Τσίπρας, που ως πρωθυπουργός πίστευε ότι όλες οι δημοσκοπήσεις ήταν στημένες και ότι τα κανάλια ήταν όλα εναντίον του, βολευόταν με το θεώρημα αυτό και δεν κατέβηκε ποτέ στους πολίτες στο ενδιάμεσο της θητείας του να τους ακούσει και να τους καταλάβει. Από αντισυστημικός Μεσσίας του 2015 κατέληξε συστημικός ρολίστας το 2019 και από συστημικός παίκτης που αρνήθηκε να πει μια κουβέντα για τα εθνικά θέματα και τα μεγάλα ζητήματα διαφάνειας μεταξύ 2019 και 2023 κατέληξε στις εκλογές του 2023 στην αφετηρία του 2012. Στο 17%. Μικρομεσαίος και προβληματικός.
O Κυριάκος Μητσοτάκης υποτίμησε σταθερά όλα τα χρόνια τους ανθρώπους της παράταξής του και της κομματικής οργάνωσης που θα μπορούσαν να του φέρουν πρωτογενή πληροφορία για το τι ακριβώς συμβαίνει στη βάση της κοινωνίας. Και τους βουλευτές του, και τους προέδρους των νομαρχιακών. Θεοποίησε έναν Αμερικανό σύμβουλο στις εκλογές του 2023 χωρίς να αντιληφθεί ότι η ευρεία πλειοψηφία που κέρδισε περιείχε την ισχυρή επιθυμία να μην ξαναέρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και ότι δεν αποτελούσε έγκριση των κυβερνητικών πεπραγμένων του.
Μοιραία εγκλωβίστηκε μέσα στον κεντρώο μύθο του liberal Αμερικανού. Ο οποίος, κατά τη γνώμη μου, δεν φταίει. Πώς να διαβάσεις στη βάση αριθμών την πολιτική ατμόσφαιρα σε μια κοινωνία στην οποία δεν γεννήθηκες; Όσο έξυπνος κι αν είσαι, όσα data κι αν γνωρίζεις, ο αλγόριθμος δεν είναι πανάκεια. Η ανθρώπινη σκέψη ενίοτε νικά τους αλγόριθμους! Αν είσαι άγευστος της Ιστορίας και των αξιών αυτής της χώρας (όπως οι ισχυροί δεσμοί της οικογένειας που προσπάθησε η Νέα Δημοκρατία να πλήξει με το γάμο τον ομόφυλων ζευγαριών), τι να σου κάνουν και τα focus groups;
Τώρα λοιπόν ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να διαχειριστεί τη φθορά επειδή δεν προετοιμάστηκε για την αμφισβήτηση. Οι πολιτικοί ηγέτες έπειτα από μακρά παραμονή στην εξουσία, η οποία είναι ψυχολογικά φθοροποιός, έχουν σε έναν βαθμό τη δικαιολογημένη τάση να ακούν μόνο τα ευχάριστα και να θέλουν δίπλα τους κόλακες, επειδή δυσάρεστα ακούν όλη μέρα και τους μαυρίζουν την καρδιά. Όταν είσαι στα τηλέφωνα και τρέχεις από το πρωί μέχρι το βράδυ, αυτό που ζητάς είναι αναγνώριση, την κριτική δεν την αντέχεις, τη θεωρείς αχαριστία.
Αυτό όμως έχει ως συνέπεια να καίγεται το λεκανοπέδιο κι εσύ να θεωρείς ότι «δεν τα κάναμε όλα τέλεια» (με έμφαση στο «τέλεια») και να δηλώνεις ότι είσαι «ικανοποιημένος» από την επίδοση του κρατικού μηχανισμού. Όταν το πρόβλημά σου δεν ήταν η επίδοση του κρατικού μηχανισμού (πράγματι, μπορεί να τα έδωσε όλα), αλλά το λάθος σχέδιο με το οποίο κινήθηκε στην πυρκαγιά ο κρατικός μηχανισμός.
Μερικά πράγματα στη ζωή είναι άλφα βήτα. Με πιο βασικό απ’ όλα ν’ ακούς τον κόσμο. Τι σου λέει. Αυτό είναι δωρεάν. Δεν χρειάζεται ούτε να προσλάβεις Αμερικανό σύμβουλο ούτε να υποχρεώνεσαι στους τρίτους να σ’ τον πληρώνουν ως δώρο γενεθλίων. Όλα είναι θέμα απόφασης. Να θες να ξέρεις την αλήθεια, όσο πικρή κι αν είναι αυτή. Αλλά η γνώση της αλήθειας προϋποθέτει και την αποδοχή της αλήθειας και την προσαρμογή της σε αυτήν.
Αν είναι να ξέρεις την αλήθεια και να μην προσαρμόζεσαι σ’ αυτήν, δώρον άδωρον. Καλά κάνεις και προσλαμβάνεις ξανά τον Γκρίνμπεργκ. Είναι ο άνθρωπός σου. Θα σου πει αυτά που θες ν’ ακούσεις.