Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Η εκτίναξη της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα λόγω των ζημιών στο ηλεκτροδοτικό σύστημα της Ουκρανίας.

Της Στέλλας Πατρώνα *
“Εδώ και δύο εβδομάδες οι βιομηχανίες της χώρας βρίσκονται αντιμέτωπες με αστρονομικές τιμές στις ώρες 20:00 – 22:00, περίπου στα 700-800 ευρώ/MWh, εντοπισμένες σε τρεις χώρες, Ελλάδα , Βουλγαρία, Ρουμανία, τιμές που δεν δικαιολογούνται από αύξηση στο κόστος παραγωγής που δεν ξεπρνά τα 150 ευρώ/MWh…..Κάποιοι παραγωγοί στη χώρα μας εκμεταλλεύονται την υψηλή κατανάλωση στα Βαλκάνια και πιθανόν τις πολύ υψηλές εξαγωγές στην Ουκρανία και κάποιες δυσλειτουργίες στις διασυνδέσεις και αποκτούν ουρανοκατέβατα κέρδη σε βάρος των Ελλήνων καταναλωτών πλήττοντας την παραγωγική βάση της..”Αυτά έλεγε με ανακοίνωσή του ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ (“Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας”) Αντώνης Κοντολέων στις 22 Ιουλίου 2024 i καλώντας τους αρμόδιους να λάβουν μέτρα άμεσης επίλυσης του προβλήματος, συμπεριλαμβανομένης και της αποζημίωσης των βιομηχανιών.
Λίγες μέρες πριν η ΕΒΙΚΕΝ μαζί με τις ομόλογες ενώσεις Βουλγαρίας και Ρουμανίας, είχαν ζητήσει με επιστολή τους προς την DG Competition (Γενική Διεύθυνση της Κομισιόν για τον Ανταγωνισμό) και την DG Energy (Γενική Διεύθυνση της Κομισιόν για την Ενέργεια) την παρέμβαση της Κομισιόν για την εκτόξευση των τιμών ενέργειας στις χονδρεμπορικές αγορές ii, θίγοντας “τα ζητήματα των δυσλειτουργιών στις διασυνδέσεις που πρακτικά έκοψαν στα δύο την ευρωπαϊκή ήπειρο, διαφοροποιώντας σε ακραίο βαθμό μια κατά τα άλλα ενοποιημένη αγορά ή τουλάχιστον συζευγμένη στα διάφορα σημεία της” και ζητώντας να διερευνηθούν “οι υψηλές εξαγωγές ενέργειας προς την Ουκρανία που αύξησαν τις απαιτήσεις του συστήματος και άλλαξαν την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης καθώς επίσης και την ξαφνική θέση εκτός λειτουργίας της διασύνδεσης της Κεντρικής Ευρώπης προς την Ουγγαρία που μειώθηκε κατά 1300 MW στις 8 Ιουλίου”.
Η εκτόξευση λοιπόν της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας στο χρηματιστήριο ενέργειας της χώρας μας, αλλά και όλων των χρηματιστηρίων ενέργειας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης τον Ιούλιο οφείλεται κατά την ΕΒΙΚΕΝ σε τρεις παράγοντες: Στις υψηλές εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς την Ουκρανία, τη δυσλειτουργία των διασυνδέσεων και κυρίως τη διακοπή της λειτουργίας της διασύνδεσης της Αυστρίας προς την Ουγγαρία και στις αρπακτικές ορέξεις κάποιων παραγωγών (προφανώς εννοεί το καρτέλ) ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας μας . Η εκτίμησή δε αυτή επιβεβαιώνεται από όλα τα στοιχεία και τις αναλύσειςiii που μέχρι σήμερα είδαν το φως της δημοσιότητας και εντοπίζουν το πρόβλημα στην αλληλεπίδραση αυτών των τριών παραγόντων.
Πράγματι, το πρόβλημα φαίνεται ότι ξεκινά από την Ουκρανίαiv, η οποία από τις αρχές Μαϊου, λόγω σοβαρών ζημιών που υπέστησαν αρκετοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής της από ρωσικούς πυραύλους και drones, καλύπτει σχεδόν το ήμισυ των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια με εισαγωγές από τις γειτονικές χώρες. Οι εισαγωγές αυτές ήταν γύρω στις 35.000 Μwh ανά ημέρα τον Μαϊο και έφθασαν τις 35.600 Μwh στα τέλη Ιουνίουv (για να καταλάβουμε την τάξη μεγέθους η Ελλάδα χρειάζεται γύρω στις 10.000 Mwh και σε ημέρες αυξημένης ζήτησης γύρω στις 10.600 Mwh). Aπό τις εισαγωγές αυτές το 42% καλύφθηκε από την Ουγγαρία, 17% και 17% από τη Σλοβακία και τη Ρουμανία, 16% από την Πολωνία και 8% από τη Μολδαβία.
Οι αυξημένες εξαγωγές προς την Ουκρανία προκάλεσαν αυξήσεις στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στο Χρηματιστήριο Ενέργειας της Ουγγαρίας – ΗUPX, ( ενδεικτικό το άρθρο vi “ Οι ρωσικές επιθέσεις στην Ουκρανία αυξάνουν την τιμή της ουγγρικής ηλεκτρικής ενέργειας”που δημοσιεύτηκε στο πόρταλ “Budapest Business Journal” στις 26 Ιουνίου 2024), ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα παρουσιάστηκε στις 8 Ιουλίου, όταν για “άγνωστους λόγους” περιορίστηκε σημαντικά η λειτουργία της διασύνδεσης με την Αυστρία, με την οποία η Ουγγαρία συνδέεται με τη ζώνη προσφορών της Κεντρικής Ευρώπης στην οποία ανήκει. Έτσι, με κλειστή την πύλη προς την Κεντρική Ευρώπη, η ζήτηση από την Ουγγαρία διοχετεύθηκε αναγκαστικά στην αγορά της Νοτιανατολικής Ευρώπης (Ρουμανία, Βουλγαρία, Ελλάδα) και τη Σερβία και προκάλεσε την εκτίναξη στις τιμές των προσφορών πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (μπινταρίσματα) ειδικά στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, στο οποίο – χωρίς να υπάρχει έλλειψη προσφοράς ενέργειας – η Μwh έφθασε σε ορισμένες ώρες της ημέρας ακόμη και τα 700 ευρώ.
Το ενδιαφέρον είναι ότι την ίδια στιγμή που τα χρηματιστήρια της Ουγγαρίας και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης κατέγραφαν τέτοιες αστρονομικές τιμές, χώρες όπως η Αυστρία, το Βέλγιο, η Γερμανία και η Γαλλία παρουσίαζαν τιμές από 36 έως 64 ευρώ ανά Mwh. Το “παράδοξο” αυτό έδωσε αφορμή για άρθρα με τίτλους “Σιδηρούν παραπέτασμα στην αγορά ηλεκτρισμού της Ευρώπης – Φθηνή η δύση και ακριβή η Ανατολή” vii (του Χάρη Αποσπόρη -17.7. 2024 energy press) και “Διχασμός στην ευρωπαϊκή αγορά ρεύματος: Φθηνή η Δύση και ακριβή η Ανατολή” viii (του Χάρη Φλουδόπουλου – 19.7.2024), καθώς και για καταγγελίες από τις ενώσεις βιομηχανικών καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για παραβιάσεις του ανταγωνισμού, ωστόσο τουλάχιστον στην Ελλάδα δεν δόθηκε κάποια επίσημη εξήγηση από την ΡΑΕΕΥ ή άλλο αρμόδιο φορέα.
Το ερώτημα λοιπόν είναι τι θα γινόταν αν η διασύνδεση της Ουγγαρίας με την Αυστρία λειτουργούσε κανονικά και οι αυξημένες ανάγκες της Ουγγαρίας για εισαγωγές καλύπτονταν από την αγορά της Κεντρικής Ευρώπης, στην οποία ανήκει. Στην περίπτωση αυτή προφανώς η ζήτηση θα ανέβαζε – αν και πολύ πιο περιορισμένα – τις τιμές στα Χρηματιστήρια Ενέργειας της Κεντρικής Ευρώπης και δεν θα γινόταν ο “κακός χαμός” στην Αγορά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ωστόσο οι χώρες αυτές – παρότι είναι ενιαία η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας – περιχαράκωσαν επιτυχώς τις αγορές τους και την οικονομία τους και έστειλαν το λογαριασμό στήριξης της Ουκρανίας στα Βαλκάνια, γεγονός που βέβαια δεν λύπησε, αλλά αντιθέτως χαροποίησε τα εγχώρια “πιράνχας”, καθώς τους έδωσε την ευκαιρία να ανεβάσουν τις τιμές και μάλιστα για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
Σε όλα αυτά η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να εκφράσει – ας πούμε – τη δυσαρέσκειά της στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας που πραγματοποιήθηκε στις 15 και 16 Ιουλίου στη Βουδαπέστη δια της υφυπουργού ενέργειας Αλεξάνδρας Σδούκου ix, η οποία στην τοποθέτησή της είπε ότι “η σύζευξη των αγορών δεν λειτουργεί ικανοποιητικά” και ότι “δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για μια ενιαία αγορά όταν το ίδιο αγαθό, εν προκειμένω η ηλεκτρική ενέργεια, πωλείται με τεράστια απόκλιση μεταξύ κρατών – μελών και χρειάζονται μέτρα, όπως στενή παρακολούθηση της λειτουργίας της αγοράς και αυξημένες διασυνδέσεις δεδομένου ότι αυτή η κατάσταση θέτει σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα των κρατών – μελών (!!)”. Όσον δε αφορά τα μέτρα “χαλιναγώγησης” των τιμών , η κυβέρνηση επέβαλε στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας έκτακτη εισφορά 10 ευρώ/MWH φυσικού αερίου για τον Αύγουστο (όχι για τον Ιούλιο γιατί, όπως γράφτηκε, έλαβε υπ’ όψη της ότι τον Αύγουστο προβλέπεται χαμηλότερη κατανάλωση από τον Ιούλιο και συνεπώς θα είναι μικρότερος ο φόρος)x και αποφάσισε την ενίσχυση των οικιακών καταναλωτών για μηνιαίες καταναλώσεις έως 500kWh με 16€/MWh ή 1,6 λεπτά/kWh.
Tα μέτρα αυτά δεν είναι απλώς ανεπαρκή (πχ οι επαγγελματίες με πράσινα τιμολόγια της ΔΕΗ θα κληθούν να πληρώσουν 18,331 ευρώ την κιλοβατώρα και μάλιστα μετά από έκπτωση 45% ! xi) , αλλά και εκ προοιμίου αποτυχημένα, καθώς οι “ανθρώποι του χώρου” διαμηνύουν στην κυβέρνηση xiiότι η έκτακτη εισφορά που τους επέβαλε θα μετακυλιστεί στις τιμές και μάλιστα“θα μεταφραστεί σε αύξηση 20% γιατί για να παραχθεί μια ηλεκτρική μεγαβατώρα, χρειάζονται δύο μεγαβατώρες αερίου”. Στην περίπτωση δε που επιβληθεί και τον επόμενο μήνα, επίσης θα μετακυλιστεί στην αγορά χονδρικής , ανεβάζοντας ξανά την τιμή και συντηρώντας έναν φαύλο κύκλο δίχως ορατό τέλος.
Τα παραπάνω φαίνεται ότι είναι μόνο ένα μικρό δείγμα από τη λειτουργία της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, καθώς σύμφωνα με τους ειδικούς xiii “ τα σπιράλ υψηλών τιμών αποκλιμακώνονται πλέον πιο δύσκολα για δομικούς αλλά και γεωπολιτικούς λόγους, οι οποίοι πυροδοτούν την επανάληψη τέτοιων αρρυθμιών με διαφορετική ενδεχομένως μορφή κάθε φορά”.
Συμπερασματικά, έχουμε μπλέξει πολύ άσχημα και το δυστύχημα είναι ότι κανείς δεν συζητά για την απεμπλοκή μας και δεν προσανατολίζεται σε (αναγκαίες) ριζικές λύσεις.
* Η Στέλλα Πατρώνα είναι δικηγόρος, μέλος του Δικτύου Ενεργών Καταναλωτών – Δ.Ε.ΚΑ και της πρωτοβουλίας “Δρόμος Ανοιχτός”
Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Δυστυχώς, η φόρμα σχολίων είναι ανενεργή αυτή τη στιγμή.