Του Μανώλη Κοττάκη
Την προηγούμενη εβδομάδα, αμέσως μετά τις ευρωεκλογές και λίγο μετά τον ανασχηματισμό, επισημαίναμε από αυτή εδώ τη θέση ότι, αναλόγως της πολιτικής ατμόσφαιρας και των συσχετισμών, τα χθεσινά «συγχωρεμένα» γίνονται τα σημερινά «ασυγχώρητα».
Συμπεριφορές πολιτικών προσώπων που στο παρελθόν περνούσαν απαρατήρητες ή ασχολίαστες λόγω της επικοινωνιακής υπεροπλίας της κυβέρνησης στα κανάλια, τώρα, υπό το φως του 28%, περνούν από την τρύπα της βελόνας, στιγματίζονται και καταγγέλλονται.
Εκείνη την ημέρα, μάλιστα, είχαμε σημειώσει ότι, ενώ στο παρελθόν οι πολίτες έδειχναν αδιάφοροι για καταγγελίες που έγιναν για απευθείας αναθέσεις σε οργανισμούς εποπτευόμενους από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, τώρα, στο νέο περιβάλλον, ευαισθητοποιήθηκαν από την πληροφορία ότι ο απελθών υπουργός Λευτέρης Αυγενάκης εφέρετο να είχε αφαιρέσει πίνακα ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου από το γραφείο του κατά την αναχώρησή του. Και το έκαναν μέγα θέμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι εξελίξεις, δυστυχώς, δικαίωσαν τις εκτιμήσεις μας. Δεν είμαστε προφήτες. Απλώς έχουμε δει το ίδιο έργο πάρα πολλές φορές. Τα μικρά γεγονότα πληγώνουν τις κυβερνήσεις περισσότερο από τα μεγάλα, μόλις αυτές πάρουν τον κατηφορικό δρόμο.
Σήμερα, με βάση την κτηθείσα πείρα, θα προχωρήσουμε σε δύο ακόμη εκτιμήσεις.
Η πρώτη: από το φθινόπωρο και μετά τα κανάλια θα αρχίσουν υποχρεωτικά να χτυπούν τους πιο αδύνατους από τους δυνατούς. Τα μικρότερα ψάρια. Τους αναλώσιμους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Αυτούς που δεν έχουν ισχυρές πλάτες μέσα ή έξω από τη χώρα. Προκειμένου να ισορροπήσουν μεταξύ των υποχρεώσεων που έχουν στην κυβέρνηση με τις αλλεπάλληλες χρηματοδοτήσεις τους από ποικίλα προγράμματα (λίστα Πέτσα, «Ελλάδα 2.0», «Μένουμε σπίτι», επιστολική ψήφος, ΕΚΟΜΕ, μετάθεση πληρωμής δόσεων αδειοδότησης στο μέλλον κ.ά.) και της διογκούμενης λαϊκής δυσφορίας (η υπομονή έχει σωθεί προ πολλού), στελέχη τύπου Αυγενάκη, ήτοι πρώην υπουργοί, βουλευτές, γενικοί γραμματείς υπουργείων, πρόεδροι οργανισμών που «πέφτουν σε λάθη, τι έχουν πάθει», θα στοχοποιηθούν. Κάποιος πρέπει να «ταΐσει» το αδηφάγο τέρας της ενημέρωσης, κάποιος πρέπει να εκτονώσει το αλαλάζον πλήθος.
Η στρατηγική αυτή έχει το όφελος ότι εξαιρούνται από το κάδρο ο πρωθυπουργός και πέντε έξι ισχυροί υφυπουργοί, και το «ξύλο» το τρώνε όλοι όσοι δεν έχουν άκρες. Μη νομίσετε ότι πρόκειται για κάποια πρωτότυπη πρακτική. Είναι το manual της κρίσης που εφαρμόζεται στο master control μόλις αρχίσει η πολιτική κακοκαιρία για μια κυβέρνηση. «Ρίξτε τα στην τελευταία τρύπα του ζουρνά». Είτε είναι επαρχιώτης βουλευτής, χωρίς στον ήλιο μοίρα, είτε γραμματεύς και φαρισαίος υπουργείου είναι το τέλειο θύμα.
Δεν θα αλλάξουν βεβαίως όλα – η μαύρη λίστα των δημοσιογράφων που δεν καλούνται στην ΕΡΤ και σε ιδιωτικά ΜΜΕ καθ’ υπόδειξιν του ευαγούς ιδρύματος δεν θα πάψει να υπάρχει, αλλά το άλλοθι θα είναι καταλυτικό. Οι περιοδικές καρατομήσεις θα εκτονώνουν την κριτική.
Η Ιστορία έχει δείξει όμως -πάμε στη δεύτερη εκτίμηση- ότι κατά τη διάρκεια του μεταβατικού σταδίου, όταν το σύστημα αρχίζει και κάνει «ψευτοκριτική» σε κομπάρσους δευτέρας κατηγορίας για να σώσει τα προσχήματα, ανοίγουν ρωγμές στο σύστημα. Οι καταπιεσμένοι παίρνουν θάρρος.
Είναι τυχαίο άραγε ότι, μετά τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ. και τις παρεμβάσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών, διέρρευσε στο μη συστημικό voicenews.gr το βίντεο με το επεισόδιο Αυγενάκη με τον υπάλληλο αεροπορικής εταιρίας με την οποία έχει παραπάνω από άριστη σχέση η κυβέρνηση σε κεντρικό επίπεδο;
Είναι τυχαίο ότι ο υπάλληλος της εταιρίας που έχει άριστη σχέση με την κυβέρνηση δεν φοβήθηκε να καταθέσει μήνυση κατά του βουλευτή, ρισκάροντας ίσως στο μέλλον τη θέση εργασίας του;
Όχι, δεν είναι τυχαίο. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και όλα όσα ακολούθησαν έδωσαν θάρρος στον κόσμο. Θα έρθει η ώρα που αυτό το θάρρος θα το αποκτήσει και η Δικαιοσύνη, και θα γίνει πιο τολμηρή. Νομοτέλεια!
Στο πλαίσιο αυτό, καλό θα είναι όλοι όσοι κάνουν διαχείριση κρίσεων να θυμούνται -επιστρέφω- ότι τα χθεσινά συγχωρεμένα είναι τα σημερινά ασυγχώρητα. Η κυβέρνηση κατέστρεψε χωρίς να ανοίξει ρουθούνι τα ηχογραφημένα των υποκλοπών Ανδρουλάκη, τα βίντεο φόρτωσης της μοιραίας αμαξοστοιχίας των Τεμπών στη Θεσσαλονίκη, την ενδεκάλεπτη ηχογραφημένη συνομιλία σταθμάρχη-μηχανοδηγού, αλλοίωσε-μοντάρισε και διοχέτευσε συνομιλίες του σταθμάρχη λίγο πριν από το δυστύχημα και δεν έπαθε μέχρι στιγμής τί-πο-τε, ενώ βίασε το κράτος δικαίου.
Μόλις διέρρευσε το βίντεο Αυγενάκη στο διαδίκτυο, κάποιοι έσπευσαν στο κέντρο ελέγχου του αεροδρομίου για να «προστατεύσουν», ίσως και να διαγράψουν, το υπόλοιπο βιντεοληπτικό υλικό, στο οποίο λέγεται ότι ο βουλευτής, εκτός εαυτού, κλοτσά καρέκλες και απειλεί αστυνομικούς.
Πιστεύει κανείς ότι θα επιδείξουν οι πολίτες και οι δικαστές την ίδια ανοχή στην καταστροφή των αποδείξεων διάπραξης τυχόν ποινικών αδικημάτων και αυτή τη φορά;
Το αυτό ισχύει για την ασυλία. Η κυβέρνηση επιχείρησε να «χρωματίσει» ως συριζαία και να «γραφικοποιήσει» την αστή φιλελεύθερη Μαρία Καρυστιανού για να υποβαθμίσει το 1,5 εκατομμύριο υπογραφές που συγκέντρωσε για την αλλαγή του νομοθετικού καθεστώτος της ασυλίας.
Τώρα που, με αφορμή την υπόθεση του κυρίου Αυγενάκη, η ασυλία προβάλλει ξανά ως πρόβλημα και γίνεται κεντρικό θέμα συζήτησης στα καφενεία (μετά το «πόθεν έσχες» και τα μαύρα ταμεία των κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ), ποιος μπορεί να τη διαγράψει από την ατζέντα;
Συνελόντι ειπείν, κατά τη ρήση του Χαρίλαου Φλωράκη, «ότι εγκαταλείπεις στη θάλασσα το βρίσκεις στο αλάτι». Είναι ώρα να γίνει το σύστημα «του αλατιού». Δι’ ασήμαντον αφορμήν. Αρκετά με την ακινησία.