Του Απόστολου Διαμαντή
Η κυβέρνηση και ο Μητσοτάκης κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς σημαίνει το 28% που έλαβαν στις ευρωεκλογές. Το θεωρούν ένα κάποιο ποσοστό. Το ίδιο κάνουν και οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ που συνιστούν τον επικοινωνιακό βραχίονα του καθεστώτος: δεν ασχολούνται με το 28%, αυτό πάει, πέρασε. Τώρα ασχολούνται με τον ανασχηματισμό. Κάνουν κι αυτοί πως δεν καταλαβαίνουν. Ας τους υπενθυμίσουμε λοιπόν ορισμένα πράγματα.
Οι πανελλαδικές εκλογές, είτε για την Ευρωβουλή είτε για το ελληνικό κοινοβούλιο, δεν είναι δημοσκόπηση, είναι η απόφαση που λαμβάνει εν σώματι ο λαός για τους αντιπροσώπους του είτε στο ευρωκοινοβούλιο, είτε στην ελληνική Βουλή. Τούτο σημαίνει πως, παρότι είχαμε ευρωεκλογές και όχι εθνικές εκλογές, εν τούτοις ο λαός εξέφρασε την πλήρη αποδοκιμασία του προς τη Νέα Δημοκρατία και επομένως τίθεται άμεσα ζήτημα πολιτικής νομιμοποίησης της Βουλής και της κυβέρνησης.
Διότι η παρούσα Βουλή έπαψε πλέον να είναι αντιπροσωπευτική και εφόσον συγκρούεται με το λαϊκό αίσθημα, έτσι όπως αυτό εκφράστηκε στις εκλογές της 9ης Ιουνίου, τότε θα πρέπει να εκλεγεί νέα Βουλή η οποία θα έχει εκφράσει τα νέα πολιτικά δεδομένα και τους νέους συσχετισμούς που υπάρχουν. Κάθε άλλη λύση, η παραμονή δηλαδή της κυβέρνησης Μητσοτάκη που αποδοκιμάστηκε στις εκλογές, συνιστά πολιτική ανωμαλία.
Το ισχύον σύνταγμα έχει αφαιρέσει από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας το δικαίωμα διάλυσης της Βουλής, όταν διαπιστωθεί πως αυτή δεν εκφράζει το λαϊκό αίσθημα (άρθρο 41 του Συντάγματος του 1975), όπως ασφαλώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Εάν βρισκόμασταν στη δεκαετία του 70 και το κυβερνών κόμμα είχε λάβει 28%, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλούσε σε συνεδρίαση το Συμβούλιο της Δημοκρατίας για να το συμβουλευθεί και ακολούθως θα αποφάσιζε για τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εκλογών, χωρίς φυσικά να ρωτήσει τον ίδιο τον πρωθυπουργό, σε περίπτωση που αυτός δεν συμφωνούσε.
Ποιοι συμμετείχαν στο Συμβούλιο της Δημοκρατίας; Οι πρώην εκλεγμένοι πρωθυπουργοί και οι πρώην πρόεδροι της Βουλής. Με τα σημερινά δεδομένα, το Συμβούλιο της Δημοκρατίας θα το αποτελούσαν ο Κώστας Σημίτης, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Αλέξης Τσίπρας, ο Αντώνης Σαμαράς, ο Κώστας Καραμανλής, ο Προκόπης Παυλόπουλος, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, η Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο Νίκος Βούτσης. Τι λέτε πως θα γνωμοδοτούσε το Συμβούλιο αυτό προς τον πρόεδρο; Συνέχιση της διακυβέρνησης Μητσοτάκη; Όχι φυσικά. Η κυβέρνηση θα είχε ήδη πέσει και θα είχαν προκηρυχθεί πρόωρες εκλογές, ούτως ώστε ο κυρίαρχος λαός να επιλέξει την κυβέρνηση της αρεσκείας του.
Πλην όμως η Ελλάδα πέρασε από τον κοινοβουλευτισμό στην πρωθυπουργική διακυβέρνηση, καθώς, μετά από τις αναθεωρήσεις από το 1985 και μετά, που αφαίρεσαν όλα σχεδόν τα δικαιώματα του Προέδρου, οι εξουσίες μεταφέρθηκαν εξ ολοκλήρου στον πρωθυπουργό, ο οποίος αποφασίζει εντελώς ανεξέλεγκτα, χωρίς κανένα απολύτως θεσμικό αντίβαρο, εφόσον, ελέγχοντας την κοινοβουλευτική του ομάδα είναι σε θέση τυπικά να κυβερνάει ακόμα και αν λάβει 10% στις ευρωεκλογές.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός είναι και νομοθέτης -εφόσον ο ίδιος αποφασίζει τα νομοσχέδια τα οποία εγκρίνουν οι βουλευτές του ασυζητητί- και αρχηγός της εκτελεστικής εξουσίας. Όλες οι εξουσίες δηλαδή συγκεντρώνονται στο πρόσωπό του. Βουλή ουσιαστικά δεν έχουμε, ούτε έχουμε Πρόεδρο Δημοκρατίας. Ο ρόλος τους είναι διακοσμητικός. Έχουμε μόνον πρωθυπουργό. Αυτός αποφασίζει για όλα.
Δεν υφίσταται δηλαδή καμία τυπική δυνατότητα της προεδρίας της Δημοκρατίας να παρέμβει και ουσιαστικά η Ελλάδα έχει περιπέσει σε πολιτικό καθεστώς απόλυτης μοναρχίας. Ακόμη όμως και στα μοναρχικά καθεστώτα, κοινοβουλευτικού τύπου, ο βασιλιάς δεν αποφασίζει μόνος του, ελεύθερα, αλλά είναι υποχρεωμένος να συμβουλεύεται τον πρωθυπουργό και επίσης να ακολουθεί πιστά τις αποφάσεις της Βουλής. Σήμερα ο Μητσοτάκης είναι υπεράνω και από τους βασιλείς. Δεν υποχρεούται να ακούσει απολύτως κανέναν. Κανένας δεν μπορεί να αποφασίσει το οτιδήποτε, εάν αυτός δεν συμφωνεί. Ούτε ο ίδιος ο λαός.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, θα έπρεπε ήδη οι πολιτικοί αρχηγοί να έχουν ζητήσει την παραίτηση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού. Εάν εξαιρέσουμε τον Κυριάκο Βελόπουλο, κανείς άλλος δεν έχει θέσει αυτό το κορυφαίο ζήτημα, το οποίο προέκυψε σαφώς από τις εκλογές της 9ης Ιουνίου: της πολιτικής νομιμοποίησης της Βουλής και της κυβέρνησης. Κανείς δεν έχει ζητήσει πρόωρες εκλογές.
Έτσι όπως πάνε τα πράγματα, η χώρα έχει μπει σε καθεστώς πολιτικής ανωμαλίας, η κυβέρνηση και η Βουλή δεν έχουν την πολιτική νομιμοποίηση για να λαμβάνουν αποφάσεις και η Νέα Δημοκρατία, εάν συνεχίσει να κυβερνάει με το 28%, τότε θα οδηγηθεί σε πορεία κατάρρευσης, καθώς θα έχει προκλητικά αγνοήσει τη λαϊκή ετυμηγορία.
Και αυτό θα το πληρώσει εκλογικά πολύ άσχημα, όποτε και αν γίνουν οι εθνικές εκλογές.