Του Γιώργου Χαρβαλιά
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν μια κάκιστη διαπραγματευτική επινόηση του ποδαριού, εντελώς παράδοξη από γεωπολιτικής απόψεως, δεδομένου ότι ευνοεί τα συμφέροντα του αδυνάμου και αφήνει μετέωρη τη βασική επιδίωξη του ισχυρού. Το δημιούργημα αυτό των κυρίων Τσίπρα και Κοτζιά είναι βέβαιον ότι θα διδάσκεται στις διπλωματικές ακαδημίες του μέλλοντος ως παράδειγμα προς αποφυγήν για ανεξάρτητο κράτος που επιθυμεί να κατοχυρώσει κυριαρχικά δικαιώματα έναντι γειτόνων. Αλλά το πραγματικό ερώτημα είναι πόσο «ανεξάρτητη» πρέπει να θεωρείται η Ελλάδα την τελευταία 15ετία…
Φαινομενικά κανείς δεν μας υποχρέωνε να δεχτούμε μία σύνθετη ονομασία στη διένεξη με τα Σκόπια. Θα μπορούσαμε να έχουμε οχυρωθεί πίσω από τη δέσμευση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα αναγνωρίσει ποτέ κράτος με όνομα που περιέχει τον όρο «Μακεδονία» και να παρατείνουμε επ’ αόριστον τον πόλεμο φθοράς με το κρατίδιο, σφραγίζοντας κάθε ευρωπαϊκή προοπτική του έως ότου συμμορφωθεί. Με το ελληνικό βέτο εν ισχύ οι Σκοπιανοί δεν θα έβλεπαν την Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε με κιάλια, έστω κι αν τους είχε αναγνωρίσει ολάκερη η υπόλοιπη υφήλιος. Οι πιέσεις βεβαίως θα ήταν τρομερές, αλλά θα εναπόκειτο στα νεφρά και στο στομάχι των Ελλήνων πολιτικών να τις υπομείνουν, αφού το ζήτημα πρακτικά δεν θα μπορούσε να «ξεκλειδώσει» χωρίς τη δική τους συναίνεση. Κι αν αναγκάζονταν τελικά να συναινέσουν, θα έπρεπε να έχουν εξασφαλίσει ένα τεράστιο αντάλλαγμα, όπως κάνουν όλα τα σοβαρά κράτη που διαπραγματεύονται ζητήματα υπαρξιακής υπόστασης όταν κρατούν το τελευταίο χαρτί της τράπουλας.
Βεβαίως, για να είμαστε ρεαλιστές, τα υποχρεωτικά «βαφτίσια» ενός κράτους, έστω και υβριδικού, που στηρίζεται όμως μανιωδώς από μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Αυτά τα ωραία μεγαλοϊδεατικά περί «Δαρδανίας», «Δημοκρατίας του Βαρδάρη» κ.λπ. ήταν ωραία για να τα λέμε μεταξύ μας, αλλά ελάχιστα πειστικά για τους διεθνείς συνομιλητές μας. Οι τελευταίοι ήθελαν «σώνει και καλά» να υπάρχει «μακεδονικό στοιχείο» στην πρώην Γιουγκοσλαβία που διαμελίστηκε, με βασικό στόχο την αποδυνάμωση των Σέρβων και την περικύκλωσή τους από κράτη-μαριονέτες.
Ξαναλέω ότι θα μπορούσαμε να πουλάμε τρέλα στο διηνεκές μέχρι να υποχωρήσουν οι γείτονες. Ας μην ξεχνάμε πόσο τους είχε ζεματίσει και το εμπάργκο. Αλλά, ως γνωστόν, οι πολιτικοί μας δεν είναι για τα δύσκολα. Με το «καλημέρα» είχαν αρχίσει να συζητούν στα κρυφά τη «σύνθετη ονομασία» προς πλήρη περιφρόνηση της επίσημης ελληνικής θέσης, όπως εκφράστηκε στο συμβούλιο πολιτικών αρχηγών του 1992, το οποίο οδήγησε στην αποπομπή Σαμαρά, αλλά και στην πλήρη υιοθέτηση της μαξιμαλιστικής θέσης του.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 οι κουβέντες, υπό αμερικανική πατρωνία είχαν ωριμάσει και θυμάμαι πως, όταν αποκάλυψα όλη αυτή την απόρρητη ελληνοσκοπιανή διαπραγμάτευση, ο μακαρίτης ο Πάγκαλος είχε το θράσος να με στείλει στον ανακριτή με την κατηγορία της αποκάλυψης κρατικών μυστικών! Όμως τότε υπήρχαν ακόμη δικαστές που αποφάνθηκαν πολύ λογικά ότι οι μυστικές συνομιλίες που γίνονταν ερήμην του ελληνικού λαού και κατά παρέκκλιση της επίσημης ελληνικής θέσης δεν ήταν κρατικό μυστικό. Ήταν βρόμικο «κυβερνητικό μυστικό», η αποκάλυψη του οποίου αποτελούσε καθήκον του δημοσιογράφου.
Από τη στιγμή όμως που το ελληνικό πολιτικό σύστημα αποφάσισε έστω και στα κρυφά να συμβιβαστεί, ο πρώτιστος στόχος έπρεπε να είναι η επιβολή μιας σύνθετης ονομασίας που θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα ελληνικά συμφέροντα. Και αυτή δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από το «Σλαβομακεδονία» που θα μας έβαζε μεν απέναντι από το αλβανικό στοιχείο, αλλά θα μας επέτρεπε να εμφανιστούμε «προστάτες» των Σκοπίων και της εδαφικής τους ακεραιότητας με τη σύμφωνη γνώμη Σερβίας, Βουλγαρίας και… Γκλιγκόροφ.
Δυστυχώς εκείνη την εποχή, όπως ακριβώς και σήμερα, οι Έλληνες πολιτικοί δίσταζαν να μπουν στο μάτι των Αλβανών που εξασφάλιζαν απεριόριστη αμερικανογερμανική στήριξη.
Μια δεύτερη συμβιβαστική ονομασία θα ήταν το «Νέα Μακεδονία», γιατί θα έκοβε μαχαίρι τον σφετερισμό του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και ταυτόχρονα θα μπορούσε να προσδιορίσει την εθνότητα («Νεομακεδόνες») με ένα πρόθεμα ιδιαίτερα εύπεπτο στην αγγλική γλώσσα, όπως π.χ. Νεοζηλανδοί.
Την ευκαιρία αυτή που έδωσε το λεγόμενο «Πακέτο Πινέιρο» πέταξε στα σκουπίδια η Ντόρα Μπακογιάννη που ως υπουργός Εξωτερικών έφτασε να συζητά με τον ειδικό απεσταλμένο Μάθιου Νίμιτς το κωμικοτραγικό «Μακεδονία – Σκόπια». Κι όταν ως διευθυντής του «Έθνους» της είπα μια μέρα στο γραφείο της ότι τα «Άνω – Κάτω» και «Βόρεια – Νότια» είναι εντελώς απαράδεκτα γιατί ενθαρρύνουν αλυτρωτικούς συνειρμούς, ενώ το «Νέα Μακεδονία» είναι το μη χείρον βέλτιστον, μου απάντησε πώς κι εκείνη θα ήθελε να κερδίσει το… Τζόκερ!
Με τέτοια μυαλά ήταν απολύτως φυσικό ότι κάποια στιγμή οι Έλληνες πολιτικοί θα μας οδηγούσαν στη Συμφωνία των Πρεσπών με το άθλιο «Βόρεια Μακεδονία». Αυτό που δεν μπορέσαμε να φανταστούμε είναι ότι θα χάριζαν στους Σκοπιανούς τη γλώσσα και την εθνότητα. Μόνο ένας βλαξ, ανίδεος ή υπάλληλος ξένων συμφερόντων θα μπορούσε να συμφωνήσει σε σύνθετο όνομα που όμως δεν θα προσδιορίζει την εθνότητα. Γιατί η προφανής κατάληξη αυτής της κραυγαλέας αντίφασης είναι στο πέρασμα του χρόνου να επικρατήσει το νέτο σκέτο «Μακεδόνας».
Από την πλευρά του ο Μητσοτάκης, που κατ’ ιδίαν έτριβε τα χέρια του όταν καθάρισαν τη δύσκολη μπουγάδα οι ανόητοι του ΣΥΡΙΖΑ, δημοσίως διερρήγνυε τα ιμάτιά του ότι στην πρώτη ευκαιρία θα την ακυρώσει. Κι επειδή αυτή ήταν η θέση του κόμματός του, δεν τολμούσε να φέρει προς επικύρωση τα εφαρμοστικά μνημόνια, γιατί φοβόταν κοινοβουλευτική ανταρσία.
Η ευκαιρία να καταγγείλει η Ελλάδα την επαίσχυντη συμφωνία δόθηκε περίτρανα τις προηγούμενες μέρες με τις εμπρηστικές δηλώσεις της νέας σκοπιανής ηγεσίας που απέρριψε έστω και τα…ντεμέκ βαφτίσια των Πρεσπών. Αντί όμως ο Μητσοτάκης να αρπάξει την πάσα και να αποκηρύξει μια και καλή τη συμφωνία, έτρεχε πίσω από τα φουστάνια της θείας Ούρσουλα για να την παρακαλέσει να συνετίσει τους Σκοπιανούς! Και ως «αντίποινο» ανέστειλε επ’ αόριστον την κύρωση των μνημονίων που δεν είχε ποτέ πρόθεση να φέρει στη Βουλή.
Μιλάμε για κοροϊδία ολκής. Ο Μητσοτάκης δεν δίνει δεκάρα τσακιστή για τη Μακεδονία. Βολεύτηκε με ένα φτηνό θέατρο εντυπώσεων που μοναδική συνέπεια θα έχει την ντε φάκτο κατάργηση της προβληματικής συμφωνίας και ως προς τη μετονομασία του γειτονικού κρατιδίου. Ο πραγματικά ανεπανάληπτος… Μωυσής κατάφερε να γκρεμίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών και ως προς τις ελάχιστες πρόνοιες που πρόσφερε στην Ελλάδα. Οι Σκοπιανοί τον ευγνωμονούν και οι Έλληνες τον… ψηφίζουν. Σκέτη τρέλα, ε;