Βαθιά συναισθηματική και άκρως συγκινητική ήταν η συνάντηση της «μητέρας των Τεμπών» με τον Λ. Λαζόπουλο στη σκηνή του Christmas Theater
Του Βασίλη Γαλούπη
Ήταν η πιο ουσιαστική «συνέντευξη» που έχει δώσει μέχρι σήμερα η Μαρία Καρυστιανού. Ακριβώς επειδή ήταν μια «απλή» κουβέντα πάνω σε σκηνή, έχοντας απέναντί της έναν άνθρωπο με ακονισμένες κοινωνικές και συναισθηματικές κεραίες, όπως όλοι οι σπουδαίοι σατιρικοί καλλιτέχνες, κι από κάτω ένα μεγάλο ζωντανό, διψασμένο γι’ αλήθειες, κοινό.
Με τρεμάμενη φωνή ο Λάκης Λαζόπουλος υποδέχθηκε στη σκηνή τη γυναίκα που με την ανίκητη αφοβία ότι δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει τρομάζει όλο το «σύστημα». Είναι αυτό το ιδιαίτερο μέταλλο από το οποίο χτίζει τους ανθρώπους η ίδια η μοίρα. «Σας θαυμάζω, γιατί, αν η μητέρα μου ήταν στη θέση σας, θα είχε χάσει το δίκιο της» της είπε.
Η συνάντηση Λαζόπουλου – Καρυστιανού ήταν «από καρδιάς», δεν είχε τυπικά «πρέπει» και «κανόνες». Οι χιλιάδες θεατές στην πρεμιέρα του «Αλ τσαντίρι» προχθές στο Christmas Theater καταχειροκρότησαν συγκινημένοι «τη μητέρα των Τεμπών», που έχει σηκώσει ολομόναχη στις πλάτες της τη μάχη για δικαιοσύνη απέναντι στο τέρας της σύμπραξης πολιτικής – Δικαιοσύνης. Η φωνή της Μαρίας Καρυστιανού δεν «έσπασε» στιγμή ούτε αυτή τη φορά. Ήξερε ότι όσα είχε να πει θα ήταν και πάλι επώδυνα για το ολοκληρωμένο πλάνο συγκάλυψης που οργανώθηκε στα Τέμπη από την πρώτη ώρα της τραγωδίας: «Το ξυλόλιο, επειδή είναι εύφλεκτο υλικό, είναι απαγορευμένο σε όλη την Ευρώπη. Επειδή, όμως, γίνεται νοθεία και πρέπει να υπάρχει ένας τρόπος που να μεταφέρεται εντός Ελλάδας, το κόλπο είναι ότι γίνεται κατάσχεση από το τελωνείο και στη συνέχεια, ενώ πρόκειται για παράνομο κατασχεθέν υλικό, αυτό για κάποιον λόγο μπαίνει σε πλειστηριασμό. Και γίνεται νόμιμο. Φυσικά δεν φαίνεται πουθενά ποιος αγόρασε, δεν υπάρχουν χαρτιά. Αυτά τα χαρτιά αναζητούμε μέσω του ανακριτή. Ο αγοραστής το παίρνει νόμιμα και το διακινεί».
Σε άλλες χώρες, όπου υπάρχει αίσθηση δικαίου, θα αρκούσε και μόνο αυτή η καταγγελία για να κουνηθεί αυτόματα το σύστημα. Στην Ελλάδα του 2024, όχι. Άλλωστε έχει προηγηθεί το μπάζωμα με εντολή Μαξίμου, όπου κι εκεί η Δικαιοσύνη δεν έχει καταφέρει τίποτα έως τώρα, παρά τις τόσες αποδείξεις που αιωρούνται πάνω από τα γραφεία της: «Σαφώς και ήταν μέσα σε πανικό. Όταν μέσα στις έξι επτά πρώτες ώρες ξεκίνησαν οι μπουλντόζες να αφαιρούν χώμα και να μεταφέρεται με τα φορτηγά μπροστά στις οθόνες, το βλέπαμε όλοι. Εμείς, όμως, ήμασταν αλλού, δεν καταλαβαίναμε. Οι δικαστές δεν καταλάβαιναν; Οι εισαγγελείς; Κανένας δεν καταλάβαινε τι γινόταν; Έτσι γίνεται όταν πρέπει να κάνεις συγκάλυψη. Όλοι είχαν εντολές. Και οι δημοσιογράφοι γνώριζαν τι γίνεται, φυσικά».
Για να συνεχίσει η Μαρία Καρυστιανού, με τον Λαζόπουλο και τους θεατές να παρακολουθούν με δέος τη γενναία στάση της: «Έγινε μια δολοφονία 57 ανθρώπων. Αυτό που βλέπουμε μετά το συμβάν είναι εναντίον όλων μας. Βλέπουμε την ανυπαρξία της Δικαιοσύνης, της ελεύθερης ενημέρωσης και την επιβολή των πολιτικών με το έτσι θέλω, ότι είναι άρχοντες και θα κάνουν ό,τι θέλουν, πέραν των νόμων. Αυτό επειδή το έπρατταν τόσα χρόνια, νόμιζαν ότι εμείς θα συνεχίσουμε να το ανεχόμαστε. Όμως, δεν θα συμβεί πλέον αυτό. Τα πράγματα θα αλλάξουν. Για όλους μας. Και θα το πετύχουμε όλοι μαζί. Είμαστε πολύ πιο κοντά σ’ αυτό απ’ όσο φανταζόμαστε».
Ο ηθοποιός απάντησε πως «αν δεν λήξει αυτό το θέμα, οι εκκρεμότητες της καρδιάς είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστούν», για να πάρει ξανά τον λόγο η γιατρός: «Δεν μπορεί μια κοινωνία να ζει χωρίς να έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη και σε οτιδήποτε την αφορά. Δεν γίνεται να προχωρήσει. Και αυτή τη στιγμή η Δικαιοσύνη έχει πραγματικά δείξει τον μικρότερο εαυτό της, οφείλει έστω και τελευταία στιγμή να ορθώσει ανάστημα, να εφαρμόσει τους νόμους με τόλμη και να αποκαταστήσει στα μάτια του κόσμου την αξία της Δικαιοσύνης. Χωρίς δικαιοσύνη δεν μπορούμε να έχουμε μια πολιτισμένη κοινωνία. Αυτό όμως μάς αξίζει, μία πολιτισμένη κοινωνία».
Η Καρυστιανού άφησε για το φινάλε τις λέξεις που τρέμει κάθε εξουσία, «δεν έχω τίποτε άλλο να χάσω πια, έχω μόνο να κερδίσω», δείχνοντας ακόμα μία φορά ότι η αποφασιστικότητά της για δικαίωση είναι ακλόνητη. Κατέβηκε από τη σκηνή μέσα σε χειροκροτήματα αποθέωσης, σεβασμού, συμπαράστασης και πάνω απ’ όλα θαυμασμού.
Ο Λάκης Λαζόπουλος είναι ο κορυφαίος σατιρικός δημιουργός της εποχής μας. Σαν μετρ του είδους διαθέτει την ιδιοφυΐα να συνδέει τη σάτιρα με την ειδησεογραφία, να συνθέτει από την καθημερινότητα για να χαρίζει γέλιο, να πλησιάζει τον πόνο, να μοιράζει μηνύματα ζωής στην κοινωνία μας. Να αγγίζει τις ψυχές όλων, άλλοτε γλυκαίνοντάς τες κι άλλοτε ταρακουνώντας τες. Πλησιάζει την πραγματικότητα «κολυμπώντας» σε συναισθηματικά βάθη που άλλοι καλλιτέχνες αποφεύγουν, επειδή τα νερά, εκεί κάτω, είναι πάντα επικίνδυνα. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που βρέθηκε ξαφνικά αποκλεισμένος από τα «κεντρικά» media. Όχι όμως και από τον κόσμο που εξακολουθεί να τον αγαπά και να στηρίζει κάθε βήμα του.
«Μικρός έβλεπα στον ύπνο μου εφιάλτες και τρόμαζα. Γι’ αυτό πάντα κρυφή μου επιθυμία ήταν να κάνω τους ανθρώπους να γελάνε» έχει δηλώσει παλαιότερα. Επιβεβαιώνοντας ότι οι κορυφαίοι σατιρικοί και κωμικοί καλλιτέχνες ξέρουν καλύτερα απ’ όλους πώς να παλεύουν με τους φόβους που στοιχειώνουν τους ίδιους ή την κοινωνία. Και να τους κερδίζουν!
Βιογραφικό
Ηθοποιός και σεναριογράφος
Γεννήθηκε στις 6 Μαΐου 1956 στη Λάρισα. Σπούδασε Νομική στο Δημοκρίτειο Θράκης, με μεταπτυχιακό στο ΑΠΘ. Ασχολήθηκε με το θέατρο, τη συγγραφή σεναρίων, τη στιχουργία, την αρθρογραφία και τη συγγραφή. Είναι δημιουργός και πρωταγωνιστής δύο εκ των πιο θρυλικών σειρών στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, των «10 μικρών Μήτσων» και του «Αλ τσαντίρι νιουζ», με τηλεθεάσεις-ρεκόρ που άγγιζαν ακόμα και το 70%. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει με μεγάλη επιτυχία το podcast του στο newsbreak.gr «Έξω από το στόμα του Λάκη». Το 2021 δημιούργησε τη δική του σχολή, την Ανωτέρα Δραματική Σχολή με το όνομα «Τεχνών 100». Σύμφωνα με ψηφοφορία για την τηλεοπτική εκπομπή του Σκάι «Μεγάλοι Έλληνες» είναι ένας από τους 100 σπουδαιότερους Έλληνες όλων των εποχών.