Της Ελένης Προκοπίου
Η ψήφιση του νόμου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών δεν είναι υποχρεωτική από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου για την Ελλάδα, αντιθέτως είναι στη διακριτική ευχέρεια της χώρας και του κοινοβουλίου να ψηφίσει ή όχι το νόμο, καθώς πολλές ευρωπαϊκές χώρες ήδη δεν τον ψήφισαν.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλοι επιθυμούμε ισοτιμία και ίσα δικαιώματα για όλους τους πολίτες, κατ’ εξοχήν μάλιστα για τους ομοφυλόφιλους συμπολίτες μας. Αλλά ο νόμος για τον γάμο των ομοφύλων ζευγαριών και την υιοθεσία παιδιών εκ μέρους τους, θέτει ζητήματα μεγίστης σημασίας για το σύνολο της κοινωνίας.
Πιο συγκεκριμένα σχετίζεται με τρία θεμελιώδη ζητήματα: πρώτον το ζήτημα του φύλου, δεύτερον το ζήτημα της ισότητας και των δικαιωμάτων και τρίτον το γυναικείο ζήτημα και η οικογένεια.
Ο γάμος αυτός θεμελιώνεται πρωτίστως σε ένα νέο πολιτισμικό μοντέλο της κοινωνίας, τη θεωρία του κοινωνικού φύλου, που εισάγει τη διάκριση ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα όχι ως δυισμό του φύλου (άντρας /γυναίκα), αλλά με βάση τον ελεύθερο προσδιορισμό του καθενός να επιλέγει το φύλο του ανάλογα με τις επιθυμίες και τις ανάγκες του. Οργανώνει δηλαδή την ανθρωπότητα όχι σε σχέση με τις κατηγορίες της βιολογικής διαφοράς, αλλά της ψυχολογικής ή κοινωνικής επιλογής. Η ελεύθερη επιλογή γένους συμβαδίζει με την απώλεια της σεξουαλικής ταυτότητας (και την υιοθέτηση άλλης), αλλά και την απώλεια της ανθρώπινης ταυτότητας που οδηγεί στον κατακερματισμό του ατόμου, το οποίο παύει να είναι ένα όλον, μέσα σε ένα πολιτικό σύστημα που ρυθμίζει εκ των άνω τη φυσική -βιολογική ζωή των ανθρώπων.
Ο καθένας αποφασίζει μόνος του για το γένος του, το φύλο του, το σώμα του, το DNA του σε μία κοινωνία επιλογής ταυτότητας, ενάντια στη φυσική πλευρά του ανθρώπου. Ο τονισμός της «συμβατικής» πλευράς της ανθρώπινης ύπαρξης και η επιθυμία χειραφέτησης με την απελευθέρωση από τη «φύση» ως βιολογική διαφορά οδηγεί στη γενικευμένη αποδόμηση των φύλων, την ανάμιξη και μεταμφίεσή τους. Αυτή η διαδικασία επιδίωξης της ελευθερίας μακριά από οτιδήποτε «φυσικό», με τη δημιουργία αυθαίρετων κοινωνικών δομών, βαδίζει χέρι-χέρι με την «αποφυσιοποίηση» του ανθρώπου, τον αποπροσανατολισμό και την αποξένωση από το σώμα του, με αποτέλεσμα τον διαμελισμό του σε δύο χωριστές οντότητες, το σώμα χωριστό από το πνεύμα, όπου το σώμα μετατρέπεται σε πράγμα (πχ. δωρεά σπέρματος), αλλά μαζί του και ο ίδιος ο άνθρωπος μετατρέπεται σε πράγμα, δηλαδή γίνεται άνθρωπος – αντικείμενο και όχι υποκείμενο.
Στο πλαίσιο αυτό η νομική αναγνώριση του γάμου των ομοφύλων ζευγαριών καθιστά και την οικογένεια μία καθαρά νομική σύμβαση, εισάγοντας ένα νέο μοντέλο οικογένειας με νέες μορφές γονεϊκότητας που δε θα απορρέουν από τη διαφορά φύλου ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα. Αυτό το νέο μοντέλο οικογένειας και γονεϊκότητας θα διαμορφωθεί με την προσφυγή σε ένα «τρίτο» πρόσωπο, είτε ως δωρητή σπέρματος είτε ως παρένθετη μητέρα. Μ’ άλλα λόγια ο πατέρας και η μητέρα του παιδιού είναι τρίτα πρόσωπα ως προς το παιδί και την εν λόγω οικογένεια, πιθανολογείται δε βασίμως ότι το παιδί δε θα βρίσκεται καν σε επαφή μαζί τους, καθώς θα αντικατασταθούν έκαστος από τους «εξισωθέντες» γονείς.
Κατ’ ουσίαν πρόκειται για κατάργηση είτε της πατρότητας είτε της μητρότητας, αφού η δυνατότητα σχέσης πατρότητας και μητρότητας απορρέει από τη σεξουαλική διαφορά. Διότι όταν ονομάζουμε ένα ανθρώπινο όν πατέρα ή μητέρα, αποδίδουμε σε αυτόν ή σε αυτήν κάτι το οποίο, αν και είναι εσωτερικό σ’ αυτόν, τον σχετίζει με κάτι άλλο έξω από αυτόν. Η σχέση αυτή είναι πρωτίστως σχέση φυσική και δευτερευόντως νομική. Κάνοντας τις σχέσεις εξωτερικές προς τον άνθρωπο, δηλαδή έννομες σχέσεις, ως προϊόν επιλογής και βούλησης και καταργώντας τις φυσικές σχέσεις, η κοινωνία ωθεί τα άτομα να ξεκόψουν από όλους τους δεσμούς που τα δένουν μεταξύ τους.
Ως προς το ζήτημα της ισότητας, το σύνθημα ισότητα στο γάμο ή γάμος για όλους, υπαγορεύει μία νέα επιλογή: οι ανθρώπινες σχέσεις πατρότητας – μητρότητας να γίνουν αντικείμενο θετικών διακρίσεων με άρνηση της φυσικής σχέσης γονέων και παιδιών. Η εισαγωγή θετικών διακρίσεων κατά βάθος υπονομεύει την ισότητα, καθώς η ισότητα υφίσταται μεταξύ ομοίων και όχι με την κατασκευή ομοίων ατόμων. Οι ομοφυλόφιλοι δεν είναι όμοιοι με τους φυσικούς γονείς όχι ως άτομα αλλά ως γονείς, ώστε να μη γίνεται να τεθούν στην ίδια μοίρα.
Αυτή η κατασκευασμένη ισότητα παραμένει «τυπική» ισότητα, αφού δεν αντιλαμβάνεται τη διαφορά μεταξύ των δύο ειδών ‘γονέων’. Μόνο κατά «πλάσμα δικαίου» γίνεται νοητή μία τέτοια ισότητα δηλαδή ως άνωθεν επιβολή για τη νέα ρύθμιση του κατ’ εξοχήν ‘φυσικού’ θεσμού της κοινωνίας, δηλαδή της οικογένειας, μέτρο αναμφισβήτητα ολοκληρωτικό που θέτει σε αμφισβήτηση τις ίδιες τις ρίζες της δημοκρατίας, η οποία εμφανίζεται απλά ως σύστημα προώθησης προτιμήσεων κατασκευάζοντας ρόλους ατόμων με την εξάλειψη των ατόμων. Άλλωστε η φυσική ισότητα από τη Διακήρυξη του 1789, συνιστά ισότητα μεταξύ ατόμων και όχι μεταξύ κατηγοριών ατόμων ή ομάδων. Η διεκδίκηση της ισότητας στο γάμο θα πρέπει στη συνέχεια να συμπεριλάβει και άλλες ομάδες δηλαδή το γάμο πατέρα και κόρης ,μητέρας και γιου, τον γάμο των αδελφών μεταξύ τους, των εξαδέλφων μεταξύ τους, των συγγενών του ενός συζύγου με τους συγγενείς του άλλου συζύγου, θα πρέπει δηλαδή να καταργηθούν όλα τα κωλύματα γάμου του οικογενειακού δικαίου.
Η άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων αφορά τη διατήρηση της ζωής και το δικαίωμα στην αναπαραγωγή τα οποία είναι φυσικά δικαιώματα διότι απορρέουν από τον φυσικό νόμο που αφορά την ανθρώπινη ύπαρξη, με τον οποίο κανένας ανθρώπινος νόμος δε μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση. Στο όνομα της ισότητας οι ομοφυλόφιλοι αντικατέστησαν τη διάκριση αρσενικό/θηλυκό με μία άλλη διάκριση ετεροφυλόφιλος/ομοφυλόφιλος, διάκριση που στηρίζεται μόνο στη σεξουαλικότητα. Στο όνομα της ισότητας πρώτα θα υποκαταστήσουν τις γυναίκες και εν συνεχεία θα τις υποδουλώσουν μετατρέποντάς τις σε «κοιλιές» τις οποίες θα ‘νοικιάζουν’ έναντι χρημάτων και θα μεταχειριστούν επίσης τα παιδιά ως ‘πράγματα’. Η ισότητα αυτή θα οδηγήσει σε ένα κόσμο όπου η ετεροφυλοφιλία θα πάψει να είναι ο κανόνας και θα αντικατασταθεί από την ομοφυλοφιλία ως νέο κανόνα.
Όμως το γυναικείο κίνημα έδωσε μεγάλους αγώνες για τη διεκδίκηση στο δικαίωμα ελέγχου του σώματος, μέσα από τον οποίο προχώρησε η ίδια η χειραφέτηση της γυναίκας. Η γυναικεία ύπαρξη παρ’ όλα αυτά δεν περιορίζεται στον αγώνα της χειραφέτησης, διότι η αλήθεια της γυναίκας είναι ότι φέρει τον «νόμο της φύσης», τη μητρότητα, πράγμα που δε θα αλλάξει ποτέ και που ξεφεύγει από όλους τους θεσμούς. Η γυναικεία ύπαρξη και η μητρότητα δεν είναι ρόλος κοινωνικός, είναι η αλήθεια της ζωής.
Όπως λέει ο ιστορικός Georges Duby, «ο αληθινός θρόνος της γυναίκας είναι το κρεβάτι στο οποίο γεννά». Η ιεροποίηση του γάμου από την εκκλησία από αιώνες, του γάμου που θεμελιώθηκε στη συναίνεση και την αγάπη, απελευθέρωσε τη γυναίκα από τη θέση της παλλακίδας του αρχαίου κόσμου και οδήγησε στην ιεροποίηση του συζυγικού δεσμού. Σκοπός της συζυγικής ένωσης ήταν η σύλληψη και αυτή έφερε την ιεροποίηση της σάρκας και του έρωτα, μαζί με την ανύψωση της γυναίκας η οποία πλέον αντιμετωπίζεται ως ένα πολύτιμο ον διότι έχει μήτρα, το όργανο αναπαραγωγής, τον μυστικό τόπο όπου ενώνεται το αίμα των συζύγων και γεννιέται η ζωή. Με την επίκληση στη γονιμότητα, η συζυγική σχέση είναι ιερή και η γυναίκα καταξιώνεται ως σύζυγος του άνδρα με τον οποίο καθίσταται ίση στην εκπλήρωση των συζυγικών καθηκόντων.
Η υποκατάσταση της ετεροφυλόφιλης σχέσης ως πυρήνα της οικογένειας από την ομόφυλη γονεϊκότητα θα χωρίσει τη μητέρα από το παιδί της, αφού ως παρένθετη θα μετατραπεί σε εργαλείο νοικιάζοντας την κοιλιά της, δηλαδή το σώμα της. Η δικαιολογία ότι δε θα επιτραπεί στην Ελλάδα η παρένθετη μητέρα είναι αστεία, αφού δεν ενδιαφέρει που είναι οι παρένθετες μητέρες, στην Ελλάδα ή στην Ινδία, το θέμα είναι ότι υπάρχουν παρένθετες μητέρες! Η ‘τεκνοθεσία’ επίσης θα προκαλέσει αντίστοιχα την «πραγμοποίηση» και των παιδιών και μάλιστα χωρίς τις δικλείδες ασφαλείας των διατάξεων περί υιοθεσίας.
Είναι λοιπόν θέμα χρόνου η εξουδετέρωση της γυναίκας από την οικογένεια καθώς η οικογένεια θα γίνει υπόθεση μεταξύ ανδρών και οι γυναίκες δε θα χρειάζονται πια σε ένα κόσμο εμπορίου παιδιών και γυναικών, με ένα νέο μηχανισμό κυριαρχίας των ισχυρών στους αδύναμους.
Έτσι όλοι θα είναι ίσοι σε ένα καθεστώς ανθρώπινης δουλείας προς μία νέα εποχή χωρίς ιστορία, χωρίς μνήμη, χωρίς παρελθόν.