Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κηρύξει τον πόλεμο στα μετρητά (των άλλων), αλλά όχι στα κρυπτονομίσματα, τα οποία λατρεύει η Μαφία
Του Παναγιώτη Λιάκου
Στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο διαβάζουμε ότι θα απαγορευτεί η χρήση μετρητών στις αγοραπωλησίες ακινήτων και το πρόστιμο για χρήση μετρητών σε συναλλαγές άνω των 500 ευρώ θα είναι ποσό διπλάσιο της συναλλαγής. Δηλαδή, τα χάρτινα τραπεζογραμμάτια, που κυκλοφορούν νομίμως σ’ όλον τον πλανήτη, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη θεωρούνται «ύποπτα» ως προϊόντα σκοτεινών συναλλαγών, ως μαύρο και βρόμικο χρήμα, ως λάφυρα από τη λεηλασία του ιδιωτικού και του δημόσιου πλούτου. Οι πολιτικοί μήπως κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια; Γιατί θεωρούν εξ ορισμού λαμόγια όσους μεροκαματιάρηδες αρέσκονται να πληρώνονται και να πληρώνουν τοις μετρητοίς;
Σύμφωνα με το μητσοτακικό σοβιέτ που οικοδομεί ο υιός Κυριάκος του πατρός Κωνσταντίνου, τα κρυπτονομίσματα, με τα οποία ξεπλένεται πλέον το μεγαλύτερο μέρος του μαύρου και του βρόμικου χρήματος, είναι μια χαρά να τα χρησιμοποιείς και το μετρητό όχι. Είναι, δε, τέτοια η παρέμβαση της αυταρχικής κυβέρνησης Μητσοτάκη, που επί κορονοϊού σού επέβαλε να της στέλνεις sms για να της πεις ότι πας στο… φαρμακείο, ενώ στην καθημερινότητα των Ελλήνων έχει βάλει και όριο νομιμότητας στις συναλλαγές τα 500 ευρώ. Αν κάνεις το έγκλημα και καταβάλεις 501 ευρώ μετρητά για ένα προϊόν ή υπηρεσία, το κράτος θα σου ζητήσει να πληρώσεις 1.002 ευρώ πρόστιμο! Αλήθεια, για τα μετρητά της Siemens που μετέφερε με τη βαλιτσάρα του ο Τσουκάτος στα γραφεία της πασοκάρας, μήπως θα έπρεπε να επιβληθεί, έστω με αναδρομική ισχύ, ανάλογο πρόστιμο;
Το βασικό ζήτημα με αυτές τις αποφάσεις είναι η απειλή που εγείρεται εναντίον της ελευθερίας των ανθρώπων. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλει να καταστήσει κάθε πολίτη έρμαιο των διαθέσεών της. Να έχουν άπαντες όλο το βιος τους κατατεθειμένο στις τράπεζες κι όποτε γουστάρει ο μέγας αφέντης να το αφαιρεί με μια μονοκονδυλιά. Αν οι άνθρωποι έχουν το προϊόν του μόχθου τους στα χέρια τους με τη μορφή των μετρητών, δεν είναι και εύκολο να ελεγχθούν τα πλήθη, να ικανοποιούν τα καπρίτσια και να εφαρμόσουν τις βουλές της εξουσίας.