Ένα «σιωπηρό» 4ο Μνημόνιο σε συντάξεις, μισθούς δημόσιων υπαλλήλων και προνοιακά επιδόματα επιβάλλει ο προϋπολογισμός του 2023 που κατατέθηκε προχθές από τον υπουργό Οικονομικών στη Βουλή. Η μέθοδος επιβολής του δεν είναι αυτή των τριών Μνημονίων, όταν οι κοινωνικές δαπάνες σε αυτές τις τρεις κατηγορίες περικόπτονταν «στα ίσια» για να επιδεικνύουν οι Ελληνες υπουργοί Οικονομικών στους δανειστές της τρόικας ή του κουαρτέτου τη θετική επίδραση των περικοπών στο δημόσιο έλλειμμα, αλλά διαφορετική, με έντονα στοιχεία απόκρυψης. Η μέθοδος βασίζεται στον συνδυασμό πολύ υψηλού πληθωρισμού και καθήλωσης των κοινωνικών δαπανών σε απόλυτους αριθμούς: η κυβέρνηση καθηλώνει τις σχετικές δαπάνες, και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει ο υψηλός πληθωρισμός.
Το αποτέλεσμα είναι μνημονιακού ύψους πραγματικές περικοπές για μισθούς δημόσιων υπαλλήλων, συντάξεις και προνοιακά επιδόματα. Με προβλεπόμενο πληθωρισμό 10% για το 2022 και 6% για το 2023 (φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν για την Ελλάδα) και 9,7% και 5% αντίστοιχα στην ελληνικό προϋπολογισμό του 2023, οι πραγματικές ποσοστιαίες απώλειες για τις κοινωνικές δαπάνες στη διετία 2022-2023 κυμαίνονται μεταξύ περίπου 16% (σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κομισιόν) και 14,7% σύμφωνα με τον προϋπολογισμό που κατέθεσε η κυβέρνηση – και είναι πραγματικά και όχι καθ’ υπερβολήν μνημονιακού ύψους. Σε απόλυτες τιμές κυμαίνεται περί τα 10 δισ. ευρώ (9,5 και 10,3 δισ. ευρώ αντίστοιχα)!
Απαξίωση
Η κυβέρνηση προσποιείται ότι η ίδια δεν έχει καμία ευθύνη, αφού η ίδια δεν προχωρεί σε περικοπές μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δαπανών, κρατώντας τις σχετικές δαπάνες του προϋπολογισμού σταθερές. Ωστόσο, η σταθερότητα ή οι μικρές-ανεπαίσθητες αυξήσεις στο ύψος των δαπανών σε συνθήκες πολύ υψηλού πληθωρισμού σημαίνουν ότι αφήνεται ο πληθωρισμός να τις απαξιώσει σε πολύ υψηλό ποσοστό. Ανεξάρτητα από το πόσο σοβαρές είναι οι κυβερνητικές ευθύνες για τον ίδιο τον πληθωρισμό, το γεγονός είναι ότι η κυβέρνηση είτε δεν κάνει τίποτε είτε κάνει ελάχιστα και ανεπαρκή για να αντισταθμίσει τις απώλειες εξαιτίας του πληθωρισμού. Οπως και οι τράπεζες, που αφήνουν τον πληθωρισμό να κάνει «βαθύ κούρεμα» των καταθέσεων κρατώντας τα επιτόκια καταθέσεων περί το 0%, έτσι και η κυβέρνηση αφήνει τον πληθωρισμό να κάνει «βαθύ κούρεμα» μισθών δημόσιων υπαλλήλων, συντάξεων και προνοιακών επιδομάτων, κρατώντας τις σχετικές κατηγορίες δαπανών καθηλωμένες, δηλαδή αποφεύγοντας να αντισταθμίσει τις απώλειες με ουσιαστική αύξηση των δαπανών.
Η πραγματική μείωση αποτυπώνεται, αν κάθε κατηγορία δαπάνης υπολογιστεί ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Επειδή το ΑΕΠ ενσωματώνει (αν και όχι με απόλυτη ακρίβεια) τον πληθωρισμό, παρατηρούμε ότι οι σχετικές δαπάνες μειώνονται ως ποσοστό του ΑΕΠ:
● Η δαπάνη για μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ από 7,44% το 2021 σε 6,1% το 2023.
● Η δαπάνη για συντάξεις μειώνεται από 16,2% του ΑΕΠ το 2021 σε 14,1% του ΑΕΠ το 2022.
● Η δαπάνη για μεταβιβάσεις στους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης (για παροχές σύνταξης, παροχές σε ανέργους, παροχές υγείας και προνοιακά επιδόματα) μειώνεται από 11,9% του ΑΕΠ το 2021 σε 9,4% του ΑΕΠ το 2023.
Η πολιτική αυτή είναι διπλά υπόλογη, αν πάρουμε υπόψη μας ότι:
● Οι συνταξιούχοι δεν έχουν καμία δυνατότητα να αλλάξουν έστω και σε ατομικό επίπεδο την εισοδηματική τους κατάσταση, αφού είναι εκτός αγοράς εργασίας. Απλώς ένα μέρος τους, όχι περισσότεροι από 1 εκατ., σύμφωνα με τους υπολογισμούς των συνταξιουχικών ενώσεων, περιμένει τις υπεσχημένες αυξήσεις περίπου 7,5%.
● Οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν εξαιρεθεί των μισθολογικών αυξήσεων για πάνω από μία δεκαετία.
● Τα ποσοστά φτώχειας και κατηγοριών κοινωνικής δυστυχίας στην Ελλάδα είναι ήδη από τα υψηλότερα πανευρωπαϊκά και έτσι η πραγματική μείωση των προνοιακών δαπανών σε υψηλό ποσοστό λόγω του υψηλού πληθωρισμού θα τα εκτοξεύσει σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα.